Σελίδες

29 Οκτωβρίου 2010

Περίληψη εισήγησης του Σ. Μπένου


Στα τέλη της δεκαετίας του ΄70, αυτοδιοίκηση στην ουσία δεν υπήρχε. Ο δήμος δεν διέφερε από ένα επιμελητήριο ή από ένα εργατικό κέντρο. Το κράτος ήταν συγκεντρωτικό, οι δήμοι εξέδιδαν συνεχώς ψηφίσματα και επιπλέον εμφάνιζαν έντονα συνδικαλιστικά χαρακτηριστικά. Στη δεκαετία του ΄80, όμως, η αυτοδιοίκηση πραγματοποίησε ένα ποιοτικό άλμα, το ποίο έμελε να αποτελέσει το μεγάλο κεκτημένο αλλά και τη μεγάλη παγίδα της. Το κεκτημένο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν ήταν άλλο από τη ανάληψη της διαχείρισης της τοπικής ανάπτυξης. 

Πριν όμως εξεταστεί αυτή η σπουδαία ποιοτική αλλαγή καλό είναι να γίνει μια παρένθεση σχετικά με το Κράτος. Το Κράτος υπήρξε μια μεγάλη κατάκτηση της Γαλλικής Επανάστασης. Φύγαμε τότε από το καθεστώς των ηγεμόνων που κυβερνούσαν ελέω θεού και δημιουργήσαμε το κράτος, το οποίο είχε ως αποστολή του να υπηρετεί τον πολίτη. Ωστόσο, μετά το Β' Παγκόσμιο πόλεμο το Κράτος διόγκωσε τα γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά του, παρέκλινε της αποστολής του να υπηρετεί τον πολίτη και εν τέλει αμφισβητήθηκε. Επικράτησε τότε η θεωρία περί δημοσίου management, η οποία εξετάζει το πώς διοικείται ένα κράτος και ούτως ώστε να παράγει αποτελέσματα. Ποιά οργανική μονάδα του σύχρονου ελληνικού κράτους έχει σήμερα μια στοχοθεσία και...

...μετράει στο ενεργητικό της θετικά αποτελέσματα; Με απλά λόγια, ποια οργανική μονάδα του κράτους αποδίδει (ποιο πανεπιστήμιο, ποιο νοσοκομείο κλπ);

Επιχειρώντας μια ακτινογραφία του κράτους, είναι θεωρητικά διατυπωμένο και πολιτικά διαπιστωμένο ότι το κράτος καλείται να δώσει στους πολίτες του τρία πράγματα:
  1. Παραγωγή δημόσιων πολιτικών 
  2. Ανάπτυξη (εθνική, περιφερειακή και τοπική)
  3. Παροχή υπηρεσιών υψηλού επιπέδου. Το τρίτο αυτό στοιχείο αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία γιατί οι υπηρεσίες που παρέχει το κράτος έχουν μονοπωλιακό χαρακτήρα, και ο πολίτης δεν έχει επιλογή. Ενώ, δηλαδή, μπορεί να διαλέξει από ποια τράπεζα θα δανειοδοτηθεί δεν μπορεί να επιλέξει ποιος θα του εκδώσει μια άδεια για κομμωτήριο ή θα συντάξει ένα δημοτολόγιο ή ένα στρατολογικό μητρώο.
Από εκεί και πέρα, οι υπηρεσίες τις οποίες καλείται να προσφέρει το Κράτος στους πολίτες του (βλ.3) μπορούν να επιμεριστούν σε δύο κατηγορίες:
  1. Από τη μία υπάρχουν οι υπηρεσίες διοικητικής εξυπηρέτησης των πολιτών (τα περίφημα ΚΕΠ αποβλέπουν ακριβώς σε αυτό). Διοικητική εξυπηρέτηση είναι με απλά λόγια όλες οι στιγμές, στις οποίες ο πολίτης συναντάει το κράτος, από την αρχή της ζωής του μέχρι το τέλος της (π.χ. χορήγηση αδειών, πιστοποιητικών, βεβαιώσεων κλπ). Είναι, όπως μ’ αρέσει να λέω, η δημοκρατία της καθημερινότητας.
  2. Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο επίπεδο πιο σύνθετων υπηρεσιών, όπως είναι οι υπηρεσίες παιδείας, υγείας και ασφάλειας.
Κατ’ ουσίαν αυτά καλείται να κάνει το κράτος. Για να καλυτερέψεις, όμως, το κράτος πρέπει να το γνωρίζεις, δηλαδή πρέπει να το αναλύσεις στις συνιστώσες του και να τις μελετήσεις. Ποια είναι λοιπόν τα συστατικά του κράτους;
  •   Είναι το ανθρώπινο δυναμικό του
  • Είναι οι δομές του (π.χ. Καλλικράτης)
  • Είναι οι εσωτερικές λειτουργίες του (πώς διακινείται εσωτερικά το αίτημα του πολίτη και πώς επιστρέφει σε αυτόν)
Τα τελευταία χρόνια, όλα τα κόμματα εμφανίζονται στα προεκλογικά τους φυλλάδια να υποστηρίζουν το μετασχηματισμό του κεντρικού κράτους σε Κράτος Στρατηγείο. Το τελευταίο σημαίνει ότι το κεντρικό κράτος υφίσταται μόνο για να παράγει δημόσιες πολιτικές. Με τον τρόπο αυτό, οι αρμόδιοι υπουργοί χαράσσουν την εθνική πολιτική στους επιμέρους τομείς (π.χ. στην υγεία) και στη συνέχεια απλώς παρακολουθούν με τη βοήθεια ορισμένων δεικτών την εφαρμογή της κεντρικής πολιτικής στα άλλα επίπεδα διοίκησης.

Ωστόσο, η δημιουργία του Στρατηγικού Κράτους υποστηρίχθηκε και υποστηρίζεται πως είναι αντισυνταγματική και προσκρούει στο άρθρο 101 του Συντάγματος, το οποίο, θεσπίζοντας την αποκέντρωση, μας υποχρεώνει τάχα να οργανώσουμε το κράτος σε αποκεντρωμένες διοικητικές περιφέρειες. Η απάντηση όμως σε αυτή την επιχειρηματολογία είναι, ότι η συγκεκριμένη συνταγματική πρόβλεψη αναφέρεται σε ορισμένες δημόσιες υποθέσεις που είναι εκ φύσεως κρατικές. Μιλάμε για την εθνική άμυνα, την προστασία των μνημείων, την ασφάλεια της χώρας κλπ, που όλα τους αποτελούν κρατικές υποθέσεις. Ωστόσο, όλες οι υπηρεσίες που διαχειρίζονται τις κρατικές υποθέσεις (ακόμα και τη συλλογή των χρημάτων από τις εφορίες που κακώς θεωρείται κρατική υπόθεση) έχουν ούτως ή άλλως δομή που φτάνει μέχρι και το χαμηλότερο σημείο, ώστε δεν μας χρειάζονται οι 7 αποκεντρωμένες κρατικές περιφέρειες. 

Όσο για το άρθρο 102, ενώ παλαιότερα ήταν ούριος άνεμος για την αυτοδιοίκηση, τώρα αποτελεί το μεγαλύτερο βραχνά της. Ο αγώνας που δόθηκε κατά την πρόσφατη συνταγματική μεταρρύθμιση, προκειμένου να εξομοιωθεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση με το κράτος και ως εκ τούτου να πάψουν οι έριδες ενώπιον του ΣτΕ, σχετικά με το τι είναι κρατικό και τι τοπικό, δεν τελεσφόρησε. 

Για να επιστρέψουμε στον Καλλικράτη και στην καινούρια περιφέρεια, η κύρια αποστολή της νέας αιρετής περιφέρειας είναι να προωθήσει την περιφερειακή ανάπτυξη. Μέχρι τώρα, στο συγκεκριμένο ζήτημα ήμασταν μια χώρα ντροπής αφού ήμασταν οι μόνοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν είχαμε αιρετές περιφέρειες. Αυτό είχε ως συνέπεια να εκπροσωπούμαστε στα όργανα της Ένωσης από ένα εξαμβλωματικό μεικτό όργανο, αποτελούμενο από κράτος και αιρετούς. Ευτυχώς, με τη νέα ρύθμιση αυτό επιτέλους αποκαταστάθηκε. Πέραν αυτού, όμως, η διαχείριση του ΕΣΠΑ, το οποίο κατά 80% τροφοδοτεί τις περιφέρειες, για να υλοποιήσουν την περιφερειακή ανάπτυξη, είναι η πιο βαριά αρμοδιότητα των αιρετών περιφερειών. Κατά δεύτερον, οι περιφέρειες θα κληθούν να υπηρετήσουν την καλή εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών μέσα στα όριά τους. Θα υλοποιήσουν, δηλαδή, τη δημόσια πολιτική για την παιδεία, την υγεία, την ανάπτυξη την απασχόληση κλπ σε περιφερειακό επίπεδο.

Όσον αφορά στους δήμους, ενώ ο περισσότερος κόσμος και δυστυχώς και πολλοί υποψήφιοι πιστεύουν ότι αλλάζει μόνο το μέγεθος, στην πραγματικότητα συντελείται μια πολύ μεγάλη αλλαγή. Οι δήμοι καλούνται πλέον να κάνουν δύο μεγάλα πράγματα:

          I.            Το πρώτο είναι η τοπική ανάπτυξη. Και στο σημείο αυτό βρίσκεται μια μεγάλη παγίδα για τους δημάρχους: είναι η έλξη της εκτελεστότητας. Πρόκειται για την έλξη που ασκεί στο δήμαρχο η εξουσία που διαθέτει για να υπογράφει εκτελεστικές πράξεις, να μοιράζει τα χρήματα, να διατηρεί πελατειακά δίκτυα, χωρίς να καταλαβαίνει ότι αυτή είναι η μεγάλη του παγίδα. Κι όμως για δύο ολόκληρες δεκαετίες οι δήμαρχοι παγιδεύτηκαν σε αυτό, με αποτέλεσμα να μας προκύψει το μοντέλο του δημάρχου-εργολάβου, ο οποίος ενδιαφέρεται μόνο να ανακοινώσει στους δημότες, ότι κατασκεύασε μια πλατεία στην πόλη ή ότι έφτιαξε την αποχέτευση, ενώ το ζητούμενο δεν είναι αυτό. Απεναντίας, το ζητούμενο σήμερα είναι η παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών στα όρια του δήμου, η χρηστή διοίκηση και οι υψηλοί δείκτες απόδοσης και διαφάνειας. Όλα αυτά τα στοιχεία μόνο από κάτω μπορούν να ξεκινήσουν να χτίζονται, για να δομηθεί εν τέλει ένα καλό κράτος και με τον Καλλικράτη απελευθερώνεται όντως ένα κύμα νέων αρμοδιοτήτων σε αυτό ακριβώς το πεδίο, το πεδίο της εξυπηρέτησης των πολιτών.  Ιστορικά σε αυτό το επίπεδο η αυτοδιοίκηση το μόνο που έκανε, επειδή της άρεσε, ήταν να ασχολείται με τον αθλητισμό, τον πολιτισμό και λίγο με τα κοινωνικά (στα κοινωνικά την βοήθησε και η δημιουργία δύο σπουδαίων νέων θεσμών, των ΚΑΠΗ και της βοήθειας στο σπίτι, ως κινητήριος δύναμη στον κοινωνικό χώρο). Απεναντίας, η αυτοδιοίκηση δεν πρόβαλε καμία διεκδίκηση σε θέματα υγείας, παιδείας και απασχόλησης. Όσο για το θέμα των αρμοδιοτήτων, αυτό αποτελεί μια εύσχημη δικαιολογία, στην ουσία όμως έχει πολύ μικρή σχέση με τη ζωντανή πολιτική. Για παράδειγμα, όταν έγιναν οι σεισμοί στην Καλαμάτα, η ανασυγκρότηση της πόλης πέρασε όλη από το δήμο Καλαμάτας, μολονότι δεν είχε καμία αρμοδιότητα προς τούτο. Μάλιστα, ακόμα και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν  διαπίστωσαν ότι γινόταν μια σοβαρή και συγκροτημένη προσπάθεια ανασυγκρότησης με υποδειγματικό σχεδιασμό, αναίρεσαν και εκείνα τους δικούς τους κανόνες και οι εκταμιεύσεις από τα ευρωπαϊκά όργανα γίνονταν απευθείας στο Δήμο. Η πολιτική γνωρίζει ορισμένες πολύ σπουδαίες υπερβάσεις που μπορεί να ξεπερνάνε ακόμα και τα νομικά πλαίσια.

        II.            Το δεύτερο είναι η προαγωγή των άυλων υποδομών. Άυλες υποδομές είναι αυτές που γίνονται χωρίς να απαιτούν χρήματα, γι’ αυτό και είναι οι πιο σκληρές. Όταν έχεις χρήμα και κάνεις έργα (βαρείες υποδομές) τότε όλοι είναι ευτυχισμένοι· το θέμα είναι να κάνεις έργο χωρίς χρήμα. Υπάρχουν, λοιπόν, δύο τεράστιες άυλες υποδομές που κανονικά θα έπρεπε να είναι το πρόταγμα κάθε δημάρχου και περιφερειάρχη, εν τούτοις απουσιάζουν από τα περισσότερα προγράμματα. Η μία έχει να κάνει με το περιβάλλον. Ο αείμνηστος κορυφαίος πολεοδόμος Γρηγόρης Διαμαντόπουλος είπε κάποτε ότι το πολεοδομικό του δημάρχου είναι ό, τι το Σύνταγμα (πολιτειακά) για τη χώρα. Ένας δήμαρχος χωρίς να έχει όραση της πόλης του και πυξίδα για το πού βαδίζει είναι ένας δήμαρχος τυφλός. Στην Ελλάδα τα ζητήματα του περιβάλλοντος έχουν κακοποιηθεί. Σε αυτή τη χώρα δεν έχουμε αποτύπωση του εδάφους, δηλαδή δασολόγιο και κτηματολόγιο, και κανόνες πάνω στην αποτύπωση του εδάφους, που είναι η πολεοδομία και η χωροταξία. Αφού, λοιπόν, δεν το έχουμε αυτό εθνικά, τουλάχιστον ας προσπαθήσει ο κάθε δήμαρχος και ο κάθε περιφερειάρχης να το κάνουν πρόταγμά τους  στα δημοτικά τους προγράμματα. Αυτό είναι μια τεράστια άυλη υποδομή, και μια δεύτερη είναι η διοικητική οργάνωση των δήμων και των περιφερειών, ούτως ώστε να προκύψει ένα σύστημα με εισροές και εκροές και με μια διοίκηση που θα έχει στόχους και αποτελέσματα, με θεσμούς διαφάνειας και με συνεχή μέτρηση των παραγόμενων αποτελεσμάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου