
Εν συνεχεία έκανε λόγο για την αρχή της αντιπροσώπευσης, που επιτάσσει την όσο το δυνατόν πιο πιστή απεικόνιση της βούλησης του εκλογικού σώματος, σε αντιδιαστολή με την αρχή της διακυβέρνησης, η οποία συνεπάγεται την αναγκαιότητα ανάδειξης της εκτελεστικής εξουσίας. Κατέδειξε δε την προσπάθεια συγκερασμού τους ως διαχρονικό στόχο του εκλογικού νομοθέτη.
Κατόπιν, ο ομιλητής διετύπωσε τη θέση ότι ο εκλογικός νόμος αποτελεί προϊόν και όχι γεννήτορα του πολιτικού συστήματος, διαψεύδοντας την αιτιώδη σύνδεση μεταξύ απλής αναλογικής και ανάδειξης αυταρχικών καθεστώτων. Σε επίρρωση της τοποθέτησής του, αναφέρθηκε ιστορικά στη μεταπολεμική χρήση από τα αστικά κόμματα τόσο της αναλογικής (ώστε να αποτραπεί άνοδος του σοσιαλισμού στην εξουσία) όσο και του πλειοψηφικού συστήματος (ώστε να παγιωθεί ο αστικός δικομματισμός και να περιοριστεί η έκφραση του αριστερού χώρου). Ακόμη, επεσήμανε τις σκοπιμότητες του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος όσον αφορά τους νόμους Κουτσόγιωργα και Κούβελα.
Τέλος, αφού σχολίασε επιγραμματικά τη ρήτρα του 3% ως παρωχημένη, πέρασε στην αδυναμία του ισχύοντος εκλογικού νόμου να συμβιβάσει την ενισχυμένη αναλογική με την τοπική εκπροσώπηση, ενώ αναφορικά με την καθιέρωση ή μη της διπλής ψήφου, ξεχωριστής δηλαδή για κόμμα και υποψήφιο, από το νέο εκλογικό νόμο επεσήμανε την ανωριμότητα του πολιτικού συστήματος να δεχτεί μια τέτοια ρύθμιση.
H εισήγηση έγινε στα πλαίσια της πρώτης εκδήλωση του ΦΟΠΠ για τον εκλογικό νόμο . Δείτε εδώ .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου