Σελίδες

13 Μαρτίου 2011

Πρότυπα γκέτο


Του Δώρου Γεωργίου

Ο μεγάλος μαρξιστής ιστορικός Έρικ Χόμπσμπαουμ θύμιζε κάποτε μια συμβουλή που του είχαν δώσει, στην αρχή της ακαδημαϊκής του καριέρας:

«Να θυμάσαι ότι δεν είσαι εδώ για τους άριστους, τους λαμπρούς φοιτητές σαν εσένα. Είσαι εδώ για τους μέτριους, με τους μέτριους βαθμούς, τα βαρετά μυαλά, τις μονότονες απαντήσεις στις εξετάσεις. Οι άριστοι, όσο ευχάριστο κι αν θα σου είναι να τους διδάσκεις, δε σε χρειάζονται στ’ αλήθεια. Οι άλλοι σ’ έχουν ανάγκη».

Στη μέση εκπαίδευση, όπως ξέρουμε όλοι, υπάρχουν κακοί, μέτριοι και καλοί μαθητές. Υπάρχουν εκείνοι που κατά το κοινώς λεγόμενον «δεν τα παίρνουν τα γράμματα» και εκείνοι που «φυσάνε», που είναι μελετηροί και πειθαρχημένοι και στον έλεγχο έχουν πάντα μεγάλους βαθμούς.....


....Πιστεύω, όμως, πως η μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών ενός σχολείου δεν ανήκει σε καμία από αυτές τις δύο κατηγορίες. Οι περισσότεροι είναι κάπου στη μέση, οι μαθητές του 14 και του 15, εκείνοι δηλαδή οι μαθητές που ούτε άσχετοι είναι – άλλωστε σε άλλες χώρες αυτοί οι βαθμοί θεωρούνται πολύ μεγάλοι – ούτε και διαπρέπουν όμως. Η παραπάνω ρήση του Χόμπσμπαουμ αφορά ακριβώς αυτούς τους μαθητές. Η εκπαιδευτική διαδικασία γίνεται για να βοηθηθούν αυτοί οι μαθητές, να αναδείξουν τις ικανότητές τους και τις κλίσεις τους και εν τέλει να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους.


Σημαντικός παράγων για να γίνει αυτό είναι και η παρουσία των καλών μαθητών μέσα στην τάξη. Θα έλεγα – σχηματικά – ότι στο πλαίσιο μιας τάξης υπάρχει μια διελκυστίνδα στην οποία από το ένα άκρο τραβάνε οι καλοί μαθητές και από το άλλοι οι αδύναμοι. Στη μέση είναι οι μέτριοι μαθητές, για τους οποίους προφανώς θέλουμε – ως εκπαιδευτικό σύστημα – να πάνε προς την κατεύθυνση των καλών μαθητών και όχι των πιο αδύναμων. Τι θα γινόταν, όμως, αν αύριο αποφασίζαμε να αποσύρουμε όλους τους άριστους μαθητές από τα σχολεία και να τους βάλουμε μαζεμένους σε «Πρότυπα Σχολεία», σε σχολεία που φιλοδοξούν να γίνουν «πυλώνες αριστείας», τα οποία θα ακολουθούν πρωτοποριακές παιδαγωγικές μεθόδους και θα είναι φυσικά πολύ καλύτερα από όλα τα υπόλοιπα; Αυτό θα σήμαινε ότι αφήνουμε τους υπόλοιπους στη μοίρα τους, τους καταδικάζουμε στην αιώνια μετριότητα, τους αρνούμαστε τη δημιουργική ώσμωση με τους άριστους και τους επιφυλάσσουμε μόνο τον αδιέξοδο συγχρωτισμό με τους αδύναμους μαθητές. Από τη στιγμή που στη διελκυστίνδα το ένα άκρο δεν τραβάει πια, όλοι ξέρουμε προς τα πού θα πάνε οι μαθητές που βρίσκονται στη μέση.

Ακόμα, όμως, και για έναν άριστο μαθητή δεν είναι θετικό να πηγαίνει σε ένα «πρότυπο σχολείο». Γιατί το σχολείο δεν είναι απλώς ένας μηχανισμός μεταβίβασης γνώσεων από τη μια γενιά στην άλλη. Το σχολείο είναι ίσως ο πλέον σημαντικός φορέας κοινωνικοποίησης ενός ατόμου και μάλιστα αφορά ηλικίες, όπως η εφηβεία, που είναι κρίσιμες για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Ο «εγκλεισμός» σε ένα «γκέτο» αρίστων μόνο αρνητικές συνέπειες μπορεί να έχει για ένα παιδί, το οποίο θα ζει επί της ουσίας αποκομμένο από τον πραγματικό κόσμο. Ένα πολύτιμο συστατικό της σχολικής ζωής είναι η δυνατότητα κάποιου να γνωρίσει πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, ανεξάρτητα από τις επιδόσεις τους στα μαθήματα, οι οποίες άλλωστε είναι παντελώς άσχετες με το χαρακτήρα κάποιου και δεν μπορούν πάντως να αποτελούν κριτήριο με ποιον θα συναναστρέφεται κάποιος. Η φοίτηση σε ένα ελιτίστικο σχολείο, στο οποίο η πρόσβαση θα γίνεται μόνο με εξετάσεις, στο οποίο τα παιδιά θα κάνουν παραπάνω μάθημα και θα διαβάζουν περισσότερο μοιάζει μάλλον με το όνειρο κάθε αυταρχικού γονιού που θέλει να έχει το παιδί του συνεχώς υπό έλεγχο, να μη μπλέξει με «κακές παρέες» και να προκόψει στη ζωή του.

Τέλος, πόσο συμβιβάζεται ένα δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης με ένα τέτοιο πρότυπο σχολείο; Σε μια ανταγωνιστική αγορά, μπορεί πράγματι να υπάρχουν καλές και κακές επιχειρήσεις. Οι πρώτες εν τέλει πετούν τις δεύτερες έξω από την αγορά ή οι δεύτερες χαμηλώνουν τις τιμές και προσελκύουν πελάτες από χαμηλότερα στρώματα. Φερ’ ειπείν άλλος κόσμος πάει για ψώνια στα μαγαζιά ρούχων του Κολωνακίου και άλλος κόσμος πάει να ψωνίσει από τα κινέζικα. Επειδή όμως η εκπαίδευση δεν είναι μαγαζιά ρούχων, αναρωτιέμαι αν μπορεί να υπάρχουν «καλά» και «κακά» δημόσια σχολεία. Αναρωτιέμαι επίσης, εν όψει και της προαναφερθείσας ρήσης του Χόμπσμπαουμ, αν όντως οι άριστοι μαθητές έχουν διαφορετικές ανάγκες από τους υπόλοιπους ή αν απλά αυτό είναι ένα μέτρο με το οποίο φτιάχνουμε σχολεία δίχως ενοχλητικές «προσμείξεις», ενισχύοντας τον έτσι κι αλλιώς ταξικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Και αν στην ανώτατη εκπαίδευση όντως χρειαζόμαστε πυλώνες αριστείας και έρευνας, στο πλαίσιο της σύγχρονης οικονομίας της γνώσης, η στοιχειώδης και η μέση εκπαίδευση έχουν εντελώς διαφορετικές στοχοθεσίες από την ανώτατη και αυτά είναι πράγματα τα οποία δεν πρέπει να συγχέουμε. Άλλωστε το δημόσιο σχολείο όχι μόνο δεν πνίγει τον άριστο μαθητή, αλλά, τον αναδεικνύει κιόλας, αφού η ελληνική μέση εκπαίδευση είναι αρκετά υψηλού επιπέδου με κριτήριο τις παρεχόμενες γνώσεις.

Η απόφαση του ΠΑΣΟΚ να επανασυστήσει τα πρότυπα σχολεία, αυτά που κατήργησε τη δεκαετία του ’80 είναι εν όψει όλων των παραπάνω προβληματική και το μόνο που θα καταφέρει θα είναι η δημιουργία αχρείαστων ελιτίστικων γκέτο από τη μια και από την άλλη κακών σχολείων όπου θα φοιτούν οι μέτριοι και οι κακοί μαθητές.

1 σχόλιο:

  1. Αγαπητέ Δώρε,

    Στο άρθρο αυτό περισσότερο προσπαθείς να δικαιολογήσεις το βλακώδες σκεπτικό (όλων) των διακρίσεων , παρά να εξηγήσεις τις μεγάλες επιπτώσεις της επαναλειτουργίας των πειραματικών σχολείων (συνδεδεμένων με τα πανεπιστήμια ή μη).

    Για εμένα η διάκριση αυτή δεν θα έχει τις τόσο βλαβερές επιπτώσεις που συλλαμβάνεις. Δεν θα συμβεί (λέω εγώ ο προφήτης), διότι δεν νομίζω πως οι <> μαθητές επηρεάζονται σε τέτοιο βαθμό από τους μεν ή τους δε. Επιρροή έχει και το σχολικό και το οικογενειακό, καθώς και το κοινωνικό περιβάλλον. Η ισχύς του κάθε περιβάλλοντος διαφέρει ανα μαθητή.Θα μεταπηδήσω από την ατελέσφορη σχετικιστική θέση εξηγώντας αναλυτικότερα.
    Στο σχολικό επίπεδο: Οι μαθητικές και ψυχαγωγικές συνήθειες αναπαράγωνται σε επίπεδο παρέας και όχι σχολικής τάξης. Το πως η/ο τάδε έβγαλε τον υψηλότερο βαθμό αν θυμάμαι καλά ποτέ δεν εξηγείται. Η εντολή είναι διάβασε περισσότερο, όχι ακολούθησε την τάδε μέθοδο!
    Εδώ το πρόβλημα είναι η διδασκαλική διαδικασία και το μενού που κάθε σχολείο προσφέρει στα παιδιά για να τα κάνει και καλούς αναλυτές της γνώσης, αλλά και καλούς πολίτες. Αυτό για εμένα είναι επίσης και το πιο σημαντικό πρόβλημα, παρά η απόσυρση των <> μαθητών.
    Σε κοινωνικό και οικογενειακό επίπεδο: Αν παρατηρήσεις οι <> μαθητές έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Έχουν στόχους, πείσμα, αναλυτικές ικανότητες, ευφράδεια λόγου και άλλα. Πως καταφέρνουν να έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά; Σχετικό. Συνήθως όλα αυτά συνδέονται και συμπτωματικά με το σαφώς αναλυτικό διδακτικό σύστημα, που βοηθάει να έχεις τέτοιες συνήθειες, οπότε οι καλοί βαθμοί είναι ένα παρεπόμενο του πιο ουσιώδους οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος.Μη ξεχνάμε, επίσης, την αποπομπή των καλλιτεχνών. Στην ΑΣΚΤ μπαίνουν παιδιά που ενστικτωδώς κάνουν ότι κάνουν, δεν υπάρχουν λέσχες μέσα στο δημόσιο σχολείο για να ενισχύσουν αυτές τις κλίσεις όπως ζητά. Οι εξαιρέσεις είναι, όπως πάντα, μέσα στην ανάλυση.

    Τέλος, θα ήθελα να παρατηρήσεις το εξής: Συγχέεις (στο δεύτερο επιχείρημα σου) δύο πράγματα. Ακαδημαϊκή ικανότητα (κακός,μέτριο,καλός) και Κοινωνικοποίηση. Φαίνεται να λες ότι, είναι καλό για τους πολύ καλούς μαθητές να κοινωνικοποιούνται με όλων των ειδών τους ανθρώπους, για να μείνουν κοντά στην πραγματικότητα, ανεξάρτητα με ποιους θα συναναστραφούν κοκ. Συγνώμη, αλλά εδώ ξεχνάς ότι στην Πραγματικότητα, στην καθημερινότητά μας, όλοι κατεθύνονται προς τις ομάδες ανθρώπων με τους οποίους ταιριάζουν. Δεν υπάρχει κοινωνικοποίηση, αλλά κοινωνικός διαχωρισμός. Ουσιαστική κοινωνικοποίση υπάρχει στις πλατείες, στις πορείες, στην αγορά (δυστυχώς όχι στην αρχαία). Η λογική του υπουργείου, όσο τυποποιημένη και αν είναι, εκφράζει αυτό που κάνουν όλοι. Κοινωνικοποιείσαι μέσα από συνειδητά επιλεγμένες Ομάδες, όχι μέσα από την λοταρία της ζωής. Άρα, ο προβληματισμός που παρουσιάζεις αναιρείται από την κοινωνία.ΔΥΣΤΥΧΩΣ!

    Οπότε, διαφωνώ με την ύπαρξη διελκυστίνδας. Επίσης, οι κλίσεις και ικανότητες δεν ενισχύονται από το παλαιωμένο εκπαιδευτικό σύστημα που διακρίνει τους μαθητές με κριτήριο τους βαθμούς. Τέλος, συμφωνώ ότι η πράξη είναι ελιτίστικη, αλλά δεν διαφέρει σε τίποτα από τη σύγχρονη κοινωνία. Αλλά για να αποφύγω τη μοιρολατρία, θα έλεγα να επιχειρηματολογίσουμε για τη μετατροπή των δημόσιων σχολείων από αριθμολάτρες σε φορείς κοινωνικοποίησης, κατά Arendt.

    Με εκτίμηση,
    Ζ.Π.

    ΑπάντησηΔιαγραφή