Του Παναγιώτη Τσιάλα
Την περασμένη εβδομάδα ευτύχησα να παρευρεθώ στην αίθουσα διαλέξεων της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, για να παρακολουθήσω τον Β΄ Κύκλο μιας σειράς διαλέξεων με τίτλο «Λέξεις και Σκέψεις». Η θεματική της συγκεκριμένης διάλεξης επιγραφόταν ως «Ηθικό – Νόμιμο – Πολιτικό» και εκλεκτοί ομιλητές ήταν τέσσερις διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί καθηγητές: ο κ. Avishai Margalit, Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Princeton και Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, ο κύριος Φιλήμων Παιονίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Ηθικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο ΑΠΘ, ο κύριος Thomas Scanlon, Καθηγητής Ηθικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Harvard και ο κύριος Σταύρος Τσακυράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Από τους τέσσερις ομιλητές παρακολούθησα με ιδιαίτερη προσήλωση την εισήγηση του κ. A. Margalit σχετικά με τους σαθρούς συμβιβασμούς και την εισήγηση του κ. Σ. Τσακυράκη αναφορικά με το ηθικό θεμέλιο του δικαίου και της ερμηνείας του. Από τις δύο αυτές εισηγήσεις διάλεξα την πρώτη, πιστεύοντας ότι θα ήταν ενδιαφέρον να μεταφέρω στο ιστολόγιο του ΦΟΠΠ τα βασικά της σημεία, με την ελπίδα ότι θα κινήσουν τον προβληματισμό του αναγνώστη. Δεδομένου ότι γλώσσα παρουσίασης ήταν τα αγγλικά, ζητώ εκ των προτέρων συγγνώμη για τα τυχόν σφάλματα κατά την απόδοση ορισμένων όρων ή και νοημάτων στα ελληνικά. Νομίζω όμως ότι, παρά τις όποιες ελλείψεις και παραφράσεις, η κεντρική ιδέα της εισήγησης παραμένει γνήσια και αυτό είναι που έχει τη μεγαλύτερη σημασία:
ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΣΑΘΡΟΙ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΙ
Στις ανθρώπινες κοινωνίες συνάπτονται καθημερινά συμβιβασμοί και ενίοτε σαθροί συμβιβασμοί (rotten compromises) . Ποια είναι όμως η σημασία των συμβιβασμών για την πολιτική και την προσωπική ζωή των ανθρώπων; Το ερώτημα αυτό δεν είναι καθόλου ασήμαντο, ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι πολλές φορές κρινόμαστε περισσότερο από τους συμβιβασμούς μας, παρά από τις επιλογές μας. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με ένα παράδειγμα από την πρόσφατη ιστορία.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1938, συμφωνήθηκε μεταξύ Γαλλίας, Ηνωμένου Βασιλείου, Γερμανίας και Ιταλίας, η μεταβίβαση της Σουδητίας στη Γερμανία. Ήταν μια συμφωνία, με την οποία οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης δέχτηκαν να υπομείνουν την κατάληψη μιας λωρίδας της Τσεχοσλοβακίας από τη Γερμανία του Χίτλερ. Ωστόσο, σε λιγότερο από έξι μήνες και συγκεκριμένα τον Μάρτιο του 1939, οι Γερμανοί εισέβαλαν και κατέλαβαν βίαια ολόκληρη την Τσεχοσλοβακία, καταπατώντας τη συμφωνία του Μονάχου. Πρόκειται ασφαλώς για έναν λάθος συμβιβασμό. Γενικώς η πολιτική του κατευνασμού ήταν μια αποτυχία και έκτοτε η λέξη «κατευνασμός», αποτελεί συνώνυμο της υποταγής στο δυνάστη αλλά και της παραπλάνησης. Προφανώς, οι πρωθυπουργοί της Γαλλίας και της Αγγλίας σκέφτηκαν όπως ακριβώς εκείνος που ταΐζει ένα κροκόδειλο, πιστεύοντας ότι το αδίστακτο ερπετό θα τον καταβροχθίσει τελευταίο. Στη συμφωνία του Μονάχου είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς κάποιο σαθρό περιεχόμενο ή έστω κάποια σαθρά κίνητρα (ακόμα και κατά τον Τσώρτσιλ ο Τσάμπερλεν είχε ηθικά κίνητρα). Στην πραγματικότητα, ο σαθρός παράγων στη συμφωνία του Μονάχου είναι το άτομο, με το οποίο συνάφθηκε η συμφωνία. Στ’ αλήθεια επρόκειτο για μια συμφωνία με αντισυμβαλλόμενο την επίγεια δύναμη του κακού: είναι ασυγχώρητο σφάλμα να θεωρείς ηθικό άνθρωπο τον Χίτλερ. Από αυτή τη σκοπιά ίσως θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει μια κάποιου είδους σαθρότητα στο συμβιβασμό του Μονάχου.
Σύμφωνα με μία ανέκδοτη ιστορία, ήταν κάποτε ένας άνδρας, ο οποίος είδε έκπληκτος τον φίλο του να αρπάζει το βραστήρα από το μάτι της κουζίνας και να τον κοπανάει με μίσος στον τοίχο. «Καλά γιατί το χτυπάς;», τον ρώτησε απορημένος. «Επειδή δεν αντέχω με τίποτα τις ατμομηχανές!», απάντησε εκείνος και συνέχισε να χτυπάει με μανία το σκεύος. «Μα αυτό που χτυπάς δεν είναι ατμομηχανή!», του φώναξε και πάλι ο άλλος. «Το ξέρω. Όμως είναι καλύτερα να τα σκοτώνεις όταν είναι ακόμα νέα».Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι (σαθροί) συμβιβασμοί διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πολιτική προπαγάνδα. Άλλωστε, στο πεδίο της πολιτικής τα πάντα υπόκεινται σε συμβιβασμούς. Ο πολιτικός συμβιβασμός δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις ηθικός ή σκόπιμος, είναι όμως πάντοτε εφικτός. Στην πράξη κανείς δεν μπορεί να συμβιβαστεί, χωρίς να διακυβεύσει κάποια συμφέροντά του. Οι ανταλλαγές που κάνουμε στις οικονομικές συναλλαγές μας είναι κι αυτές μια μορφή συμβιβασμού, για την οποία προηγείται συνήθως διαπραγμάτευση. Μόνο στο χώρο των θρησκευτικών συμβιβασμών υποτίθεται ότι δεν χωρεί ηθικά η έννοια της ανταλλαξιμότητας, εν τούτοις στην πράξη, ακόμα και το Βατικανό έχει ενεργήσει σειρά συμβιβασμών πολιτικής φύσεως.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα στους πολιτικούς συμβιβασμούς είναι το στοιχείο της αναγνώρισης. Ένας πλήρης συμβιβασμός συνεπάγεται ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε την άποψη της άλλης πλευράς, κάτι που ενέχει ακόμα και παραίτηση από τη δική μας θέση, αφού διακόπτουμε τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης που αποσκοπούσε στην επικράτησή της. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, δυσκολότερο από το να αναγνωρίσουμε τις θέσεις του άλλου είναι να αναγνωρίσουμε τον ίδιο τον άλλο ως νόμιμο συναλλασσόμενο (για παράδειγμα, είναι πολύ δύσκολο να αναγνωρίσει η Ισπανία τους Βάσκους ως νόμιμους συναλλασσόμενούς της, ή να αναγνωρίσει η νόμιμη κυβέρνηση μιαν αντάρτικη ή τρομοκρατική ομάδα). Στις περιπτώσεις αυτές, η πλευρά που προβαίνει στην πράξη νομιμοποίησης ζητεί πολλά ανταλλάγματα από τη μέχρι πρότινος τρομοκρατική ομάδα, αφού μέσω της αναγνώρισης, της προσφέρει πολλά και αξιόλογα δικαιώματα. Πάντως είναι και αυτή μια πτυχή του συμβιβασμού.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε τι είναι τελικά ένας σαθρός συμβιβασμός; Σαθρός είναι ο συμβιβασμός που ιδρύει μια κατάσταση απάνθρωπης μεταχείρισης του ενός ανθρώπου από τον άλλο. Μιλάμε για μια κατάφωρα απάνθρωπη συμπεριφορά, η οποία συνοψίζεται σε δύο λέξεις: ταπείνωση και ωμότητα. Η διατήρηση ενός απάνθρωπου καθεστώτος είναι σαθρός συμβιβασμός. Το ίδιο το ηθικό στοιχείο εδράζεται στο να αντιμετωπίζουμε τον άλλο ως άνθρωπο. Ηθική είναι πάνω απ’ όλα η ανθρωπιά.
Μήπως υπό το φως αυτών των σκέψεων θα μπορούσε να θεωρηθεί σαθρός ο λεγόμενος Μέγας Συμβιβασμός του Κονέκτικατ, χάρις στον οποίον κατέστη δυνατή η σύνταξη του Συντάγματος των ΗΠΑ; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο άνθρωπος ταπεινώνεται, όταν είναι σκλάβος, παρά ταύτα ο Μέγας Συμβιβασμός επιδοκίμασε τη δουλεία, ήτοι την ταπείνωση των ανθρώπων. Και ναι μεν ο Χαμουραμπί δεν μπορεί να κατηγορηθεί για την πριμοδότηση της δουλείας, δεδομένων των αξιών της εποχής που πρέσβευε, όμως ο Τζέφερσον μπορεί κάλλιστα να κατηγορηθεί για την επιλογή του. Πράγματι, τα δύο κρίσιμα ζητήματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ο Μέγας Συμβιβασμός ήταν η αντιπροσώπευση των πολιτειών και η κατάργηση της δουλείας. Και μολονότι πέτυχε πολλά και σπουδαία πράγματα ο Μέγας Συμβιβασμός, (με αποκορύφωμα τη θέσπιση του Αμερικανικού Συντάγματος), εν τούτοις μπορούμε να του προσάψουμε ότι υιοθέτησε τη διατήρηση της δουλείας, πράγμα που θολώνει κάπως την τελική αξιολόγηση του Great Compromise. Αρκεί, όμως, η ρητή αναγνώριση της δουλείας, για να καταστήσει το Μέγα Συμβιβασμό σαθρή συμφωνία, ή μήπως θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε όπως ακριβώς μια μύγα στο μέλι μας, δηλαδή να την απομακρύνουμε ψυχρά από τη γαβάθα και στη συνέχεια να γευτούμε το γλυκό μέλι; Η απάντηση είναι ότι –δυστυχώς- η ρητή αναγνώριση της δουλείας είναι κάτι πολύ σοβαρότερο από μια μύγα στο μέλι μας: είναι μια κατσαρίδα στη σούπα μας!
*Βλ. A.Margalit, On compromise and rotten compromises, Princeton University Press, 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου