Σελίδες

10 Φεβρουαρίου 2011

Περί ανυπακοής (ή ένας αποχαιρετισμός στο greek tracker)


Του Δώρου Γεωργίου

Το 2006 ένα σύνθημα ένωνε όλους τους φοιτητές που συμμετείχαν στο ενιαίο – για πρώτη και τελευταία φορά – κίνημα εναντίον του νόμου – πλαίσιο: Αγώνας ρήξη ανατροπή, η ιστορία γράφεται με ανυπακοή. Όταν ο νόμος ψηφίστηκε, δόθηκε το σύνθημα: «ο νόμος να μην εφαρμοστεί». Πολλοί τότε, θεώρησαν αδιανόητη μια κινητοποίηση εναντίον ενός ψηφισμένου νόμου, πολύ περισσότερο το κάλεσμα για τη μη εφαρμογή του. Τέσσερα χρόνια μετά, η Τρέμη, όταν ο πρύτανης του σημαντικότερου πανεπιστημίου της χώρας, του Πανεπιστημίου Αθηνών, της είπε πως κανένα ΑΕΙ δεν έχει ορίσει τους χώρους που καλύπτονται από το άσυλο, του απάντησε ότι χώροι ασύλου έχουν οριστεί από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου! Ενός πανεπιστημίου, του οποίου, κατά πάσα πιθανότητα, θα υποστηρίζουν την κατάργηση η Τρέμη και η παρέα της εκεί γύρω στον Μάρτη, όταν η ανεκδιήγητη Διαμαντοπούλου καταθέσει στη Βουλή τον ακόμα πιο ανεκδιήγητο νόμο της!!! Συμπέρασμα: ο νόμος εκείνος της Γιαννάκου δεν εφαρμόστηκε ποτέ.

Στις μέρες μας τα παραδείγματα πληθαίνουν. Κερατέα, Στυλίδα, «δεν πληρώνω δεν πληρώνω», έμπρακτη αλληλεγγύη στους απεργούς πείνας της Νομικής, μη εφαρμογή της απαγόρευσης του καπνίσματος. Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των κινήσεων είναι η άρνηση μιας μερίδας πολιτών να υπακούσουν σε μια νομοθετική επιταγή. Η ανυπακοή αυτή δεν στρέφεται απαραίτητα κατά του κράτους, άλλωστε είναι κοινός τόπος πια στην εποχή μας ότι... 

...το κράτος δεν είναι η μοναδική εξουσία και πολύ περισσότερο η μοναδική απειλή για τα δικαιώματά μας. Τα τελευταία απειλούνται και παραβιάζονται εξίσου, αν όχι περισσότερο, και από ιδιώτες, δηλαδή από φορείς που διαθέτουν μεγάλη οικονομική ισχύ. Πράγματι, το κίνημα εναντίον των διοδίων στρέφεται εναντίον των εταιρειών που τα εισπράττουν και όχι εναντίον του κράτους. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα, όμως, είναι το downloading στο Διαδίκτυο.  

Αυτό που συμβαίνει στο ελληνικό ιντερνετ τις τελευταίες μέρες, συνδέεται στενά πιστεύω με το παραπάνω ζήτημα. Το παράνομο downloading δεν είναι απλά κίνημα του τζάμπα, όπως διατείνεται η συντηρητική αρθρογραφία της εποχής μας. Στην περίπτωση αυτή έρχονται σε σύγκρουση δύο εκ διαμέτρου αντίθετα συμφέροντα. Από τη μια, των εκατοντάδων χιλιάδων χρηστών που θέλουν να μπορούν να βλέπουν όλες τις ταινίες, εκμεταλλευόμενοι τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. Και από την άλλη, των μεγάλων εταιρειών και των καλλιτεχνών, που θέλουν να αποκομίζουν όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη από τα προϊόντα τους. Η άποψη των εταιρειών δεν είναι πια λογική: δε γίνεται να επιστρέψουμε στις παλιές, καλές εποχές που σινεμά βλέπαμε μόνο στις αίθουσες και μουσική ακούγαμε μόνο από τους δίσκους που αγοράζαμε. Αυτό είναι πια αναντίστοιχο με την εποχή. Το ποτάμι αυτό δεν γυρίζει πίσω. Αν γυρνούσαμε στο στάτους κβο άντε, πολύ απλά θα βλέπαμε πολύ λιγότερες ταινίες, πολύ λιγότερες ξένες σειρές και θα ακούγαμε πολύ λιγότερη μουσική. Γιατί κανείς δεν μπορεί, και για λόγους οικονομικούς, αλλά και για λόγους καθαρά πρακτικούς, να βλέπει τα πάντα στο σινεμά και να αγοράζει όλη τη μουσική που του αρέσει. Είμαι σίγουρος πως ακόμα κι οι αναγνώστες που διάκεινται θετικά προς την πνευματική ιδιοκτησία αντιλαμβάνονται πως αυτό είναι κάτι παραπάνω από αδύνατο: είναι ξεπερασμένο. Η νέα τεχνολογία έχει ανεβάσει τον πήχη πολύ ψηλά. Το κίνημα, λοιπόν, της διαδικτυακής αντίστασης, ακόμα κι αν προέρχεται από μια λογική τζαμπατζήδικη, τσίπικη ή γύφτικη, πείτε το όπως θέλετε, διεκδικεί κάτι πολύ βασικό: τη δυνατότητα των πολιτών να ζουν ανάλογα με την εποχή τους. Να καρπώνονται αμέσως, χωρίς καθυστερήσεις, χωρίς όρους, χωρίς «ναι μεν αλλά», τα οφέλη από την πρόοδο μιας κοινωνίας. Να το πω πιο απλά: ζητούν αυτά τα οφέλη να διαχέονται προς τα κάτω, να μη γίνονται προνόμια στα χέρια μιας ολιγαρχίας.

Για να επιστρέψω στην αρχική σκέψη, τα τελευταία χρόνια, και μετά το Δεκέμβρη του 2008, η Αριστερά και η Δεξιά, μπήκαν σε μια διαδικασία διαλεκτικού επαναπροσδιορισμού. Επανιεραρχήθηκαν και εκλεπτύνθηκαν δια της πράξης οι προκείμενες της προοδευτικής και της συντηρητικής σκέψης αντίστοιχα. Από τα κομβικά σημεία έντασης μεταξύ των δύο αυτών «στρατοπέδων» είναι και το ζήτημα της ανυπακοής. Το ζήτημα αυτό είναι σχετικά καινούργιο και αυτό είναι παράξενο σε μια κοινωνία η οποία δεν είναι ξένη με την ανομία, για να χρησιμοποιήσω έναν αγαπημένο όρο των συντηρητικών. Η «πασοκοποίηση» της Αριστεράς, η οποία είχε να κάνει και με τη συνύφανση αριστερών ιδεών και πρακτικών με την ενδημική ελληνική διαφθορά, απογύμνωσε αυτή την «ανομία» από οποιοδήποτε θεωρητικό και πολιτικό υπόβαθρο. Η παράκαμψη του νόμου είχε να κάνει περισσότερο με το «βόλεμα» παρά με κάποια πολιτική δράση. Έτσι, για ένα κομμάτι πολιτών, η ανυπακοή απέκτησε αρνητική χροιά, ακριβώς επειδή συνδέθηκε με παθογόνα φαινόμενα, από το παράνομο παρκάρισμα στους δρόμους μέχρι τη φοροδιαφυγή. Στα τελευταία χρόνια, οι νέες γενιές που μπήκαν στην Αριστερά και στη Δεξιά, στοιχήθηκαν και γύρω από απόψεις και παραστάσεις που σχετίζονται με το αυτό το «ελληνικό» φαινόμενο. Έτσι, η συντηρητική – φιλελεύθερη παράταξη ενέταξε – και εντάσσει – όλο και περισσότερο στο οπλοστάσιό της ένα λόγο καταγγελτικό για τη διάχυτη ανομία, η οποία μας οδήγησε στην κρίση και η οποία ευθύνεται για πλείστα όσα παθογόνα φαινόμενα, μεταξύ αυτών και για τη βία. Στον αντίποδα, η Αριστερά υιοθέτησε – και υιοθετεί – όλο και περισσότερο ένα λόγο υπέρ της «ανυπακοής», του μη σεβασμού στη νομιμότητα (ακόμα και στο ίδιο το Σύνταγμα για να θυμηθούμε τις περίφημες δηλώσεις Μαΐλη, ο οποίος σημειωτέον εκπροσωπεί ένα κόμμα, το ΚΚΕ, το οποίο δε φημίζεται για τις ριζοσπαστικές του διαθέσεις), ένα λόγο που κάνει σαφή διάκριση μεταξύ νόμιμου και ηθικού, μεταξύ νόμιμου και δίκαιου. Πρόκειται ασφαλώς για ριζοσπαστικοποίηση η οποία δεν είναι άσχετη και με το μέγα συμβάν του Δεκέμβρη του 2008. Επίσης πρόκειται για μια απόπειρα απόδοσης (σε αντιδιαστολή με τον πασοκισμό) στην υπάρχουσα κατάσταση μιας ιδεολογικής θεμελίωσης: μπορεί να μην είμαστε τόσο οργανωμένοι, όσο στο εξωτερικό, είμαστε όμως πιο ελεύθεροι. Το διακύβευμα εν τέλει είναι αυτό: μήπως είμαστε πιο ελεύθεροι από όσο θα έπρεπε; Μήπως κάνουμε καταχρηστική άσκηση των ελευθεριών μας; Αυτές οι τάσεις είναι βέβαιο πως θα ενισχυθούν στα χρόνια που θα έρθουν.      

Η ανυπακοή σε μια δημοκρατία δεν είναι απλά νοητή, είναι απαραίτητη. Η ανυπακοή είναι προϋπόθεση της ελευθερίας. Το να αμφισβητεί κάποιος το πλαίσιο των νόμων είναι εν τέλει ουσιώδης πτυχή του δημοκρατικού βίου μιας χώρας, επειδή διαπαιδαγωγεί τους πολίτες υπενθυμίζοντάς τους ότι αυτοί είναι εν τέλει αυτοί που καθορίζουν αυτά τα πλαίσια. Δεν πρόκειται για αφηρημένα πλαίσια, ρυθμίσεις αιώνιες και αδιασάλευτες, αλλά για συμβάσεις που έγιναν δεκτές από τους ανθρώπους για να επιλυθούν συγκρούσεις που προκύπτουν καθημερινά στο πλαίσιο της κοινωνικής συμβίωσης. Κι αν ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε; Θα γινόμασταν ζούγκλα; Αυτή είναι μια πολύ σωστή επισήμανση, η οποία, όμως, χρήζει μιας συμπληρώσεως. Ούτε η πλειοψηφία, μέσω της κυβέρνησης που έχει εκλέξει, μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Η πλειοψηφία δεν μπορεί να επιβάλει, με τον τρόπο που το επιβάλλει, στους κατοίκους της Κερατέας έναν ΧΥΤΑ. Ούτε στα πανεπιστήμια ένα νόμο που η συντριπτική πλειοψηφία της πανεπιστημιακής κοινότητας θεωρεί απαράδεκτο. Τι συμβαίνει όταν οι συγκρούσεις όχι απλά δεν επιλύονται, αλλά εντείνονται; Και η δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας έχει όρια. Αυτά ισχύουν πολύ περισσότερο όταν δε μιλάμε πια για καταπίεση της μειοψηφίας από την πλειοψηφία. Όταν ένας νόμος περιέπεσε εν τοις πράγμασι σε αχρησία, επειδή ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση του διαδικτύου. Και τώρα ο νόμος εφαρμόζεται. Μόνο που τώρα είναι πολύ αργά πια. Τώρα πια υπάρχει καταπίεση της πλειοψηφίας από μια μειοψηφία που εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα.

Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό, είναι ότι όταν μιλάμε για λαϊκή κυριαρχία και εξουσίες που πηγάζουν από το Λαό και ασκούνται υπέρ αυτού (έτσι λέει το άρθρο 1 του Συντάγματος), αυτό δεν περιορίζεται στο να πηγαίνουμε κάθε τέσσερα χρόνια να ψηφίζουμε και αν. Ποιος θα κρίνει αν οι εξουσίες αυτές ασκούνται υπέρ του Λαού; Οι δικαστές που τις προάλλες παραλίγο να ακυρώσουν το νέο δίκαιο της ιθαγένειας με σκεπτικό γελοίο; Ο Συνήγορος του Πολίτη; Τα ΜΜΕ; Νομίζω μόνο μια απάντηση αρμόζει: εμείς. Ο λαός δεν είναι κυρίαρχος μια φορά μόνο στα τέσσερα χρόνια. Είναι κάθε μέρα. Και ίδιον του δημοκρατικού πολιτεύματος δεν είναι η τυφλή υπακοή στους νόμους, αλλά η κριτική στάση απέναντι στην εξουσία. Η πορεία ενός νόμου δεν σταματάει με την ψήφισή του στη Βουλή. Εκεί ξεκινάει στην πραγματικότητα η μεγάλη διαλεκτική σύγκρουση μεταξύ του ετερόνομου της ρύθμισης και της αυτονομίας του ατόμου. Και εκεί είναι που κρίνεται η δημοκρατία μας και η ελευθερία μας!






4 σχόλια:

  1. Υπάρχουν πολλά να πει κανείς εναντίον αυτών των απόψεων. Πάρα πολλά για την ακρίβεια...

    Αλλά θα σταθώ σε ένα, σίγουρα όχι το χειρότερο. Το κίνημα του πειρατικού downloading είναι διεθνές και έχει οδηγήσει μέχρι και στη συγκρότηση πολιτικών κομμάτων με σχετικές προγραμματικές θέσεις. Πρόκειται για παγκόσμια πραγματικότητα.

    Από την άλλη μεριά δεν ξέρω πουθενά στον κόσμο να περνάει ο κόσμος από τα διόδια χωρίς να πληρώνει. Και ουδείς πληρώνει, είτε είναι στην φτώχια, είτε δεν είναι (συνήθως δεν θα είναι, μην σου πω ότι ίσως οδηγεί και αστραφτερό αμάξι).

    Λοιπόν. Συμφωνώ στο δημοκρατικό δικαίωμα του καθενός να μην θέλει διόδια. Ας μην γίνονται καινούριοι και ασφαλείς δρόμοι λοιπόν. Ας χρησιμοποιούμε τις καρμανιόλες και τους χωμματόδρομους.

    Όμως να γνωρίζουμε (όπως παρατήρησε και ο Κοροβέσης), ότι στα ταξίδια μας θα είμαστε υποψήφιοι θανατοποινίτες της ασφάλτου...

    http://www.youtube.com/watch?v=uhFCYi1brk8&feature=player_embedded

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Παναγιώτη κατ' αρχάς υπάρχουν χώρες που δεν πληρώνεις διόδια.

    Δεύτερον δεν αντιλαμβάνομαι τη σύνδεση μεταξύ διοδίων και κατασκευής σύγχρονων δρόμων.

    Τρίτον το άρθρο μιλάει γενικά για το ζήτημα της ανυπακοής και όχι για το συγκεκριμένο κίνημα, στο οποίο κάνω μια απλή αναφορά.

    Τέταρτον δεν χρειάζεται και πολλή σκέψη - και δεν εννοώ ότι δε σκέφτεσαι εσύ - για να καταλάβει κανείς ότι δεν είναι τυχαίο που τώρα ο κόσμος θυμήθηκε ότι υπάρχουν διόδια. Διόδια πάντα υπήρχαν. Είναι ένας τρόπος με τον οποίο κάποιοι άνθρωποι διοχετεύουν την γενικότερη οργή τους για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα. Ας μην το βλέπουμε αποκομμένο λοιπόν.

    Πέμπτον το να μην πληρώνεις διόδια δεν είναι δημοκρατικό δικαίωμα. Δεν προκύπτει αυτή η απαίτηση από κάποια αντίληψη περί δημοκρατίας ή δεν είναι η πληρωμή διοδίων αντιδημοκρατική. Εγώ είπα ότι η ανυπακοή εν γένει είναι δημοκρατική και όχι αντιδημοκρατική όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Αμφισβήτησα δηλαδή ότι δημοκρατία σημαίνει οπωσδήποτε τυφλή υπακοή στους νόμους. Από εκεί και πέρα, το αίτημα το ίδιο - περί μη πληρωμής διοδίων - είναι ένα αίτημα με το οποίο μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή και να διαφωνεί, ανάλογα με τις πολιτικές και άλλες απόψεις του. Εγώ δε διαφωνώ απαραίτητα με αυτά που λες. Κι εγώ άλλωστε προχθές πλήρωσα διόδια, και μάλιστα για 500 μέτρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Πολύ όμορφα και ρομαντικά αυτά που λες, δεν απαντάς όμως στο πιο ουσιώδες.
    Όταν κάποιος εκφράζει την "κριτική του στάση απέναντι στην εξουσία" χωρίς να περιμένει 4 χρόνια για να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα κατά αυτής, χωρίς να αρκείται στα άλλα νόμιμα μέσα έκφρασης της "κριτικής του στάσης απέναντι στην εξουσία" (από έγγραφα αιτήματα στους αρμόδιους και blogging μέχρι απεργίες, πορείες και άλλες "νόμιμες" συνδικαλιστικές δραστηριότητες), αλλά μέσα από την ανυπακοή, αυτός μετά δεν πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες (πρόστιμο για τα διόδια, για το κάπνισμα κτλ...) των πράξεών του; Γιατί αν τις αντιμετωπίζει, τότε ας είναι όσο ανηπάκουος θέλει (και αντέχει ασφαλώς). Αλλιώς είναι ανηπάκουος "επειδή μπορεί" και μόνο.
    Και εν πάση περιπτώσει, η γενική δυσφορία των πολιτών απέναντι σε μια καινούρια ρύθμιση, απέναντι σε ένα καινούριο μέτρο, επειδή αυτό τους πλήττει ή επειδή το θεωρούν άδικο, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι η ανυπακοή ορισμένων απέναντι σε αυτό το μέτρο ή τη ρύθμιση είναι "δημοκρατική", θεμιτή κι επιδοκιμαζόμενη από τους δυσφορούντς. Έτερον εκάτερον...

    ΑπάντησηΔιαγραφή