Σελίδες

19 Δεκεμβρίου 2010

Περίληψη εισήγησης του Γ. Κασιμάτη




Προσφάτως στη ζωή μας εισήλθε η λέξη «Μνημόνιο». Η λέξη αυτή επιλέχθηκε σκοπίμως, καθώς ενέχει δύο παραπλανητικά στοιχεία. Πρώτον, δημιουργεί την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα πολιτικό κείμενο χωρίς νομική δεσμευτικότητα. Δεύτερον, ότι περιλαμβάνει περιορισμούς μόνο των δικαιωμάτων των πολιτών και όχι του κράτους. Κάτι τέτοιο όμως, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πρόκειται για τρεις συμβάσεις νομικά δεσμευτικές, οι οποίες εφαρμόζονται βάσει νόμου. Μάλιστα, η βασική από τις τρεις, η λεγόμενη «σύμβαση δανειακής διευκόλυνσης», χωρίς την οποία το Μνημόνιο δεν μπορεί να ισχύσει,  θα λέγαμε ότι «δένει χειροπόδαρα» το κυρίαρχο κράτος.

Η εν λόγω σύμβαση αποτελεί ένα πρωτοφανές κείμενο στη διεθνή πρακτική, παραβιάζοντας πολλές από τις αρχές του διεθνούς δικαίου. Ας δούμε μερικούς από τους όρους που περιέχονται στη σύμβαση. Καταρχάς, στο κείμενο αναγράφεται ότι η Ελλάδα παραιτείται αμετακλήτως και άνευ όρων από όλες τις ασυλίες, τις οποίες έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένων και όσων αφορούν την εθνική της κυριαρχία. Στην παραίτηση αυτή του ελληνικού κράτους από τη εθνική του κυριαρχία περιλαμβάνονται και τα δικαιώματά του επί ιστορικών και πολιτισμικών αντικειμένων, όπως είναι η Ακρόπολη και οι αρχαιότητες. Ακόμη, δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρίσουμε τη σύμβαση ως λεόντειο, αφού σε πολλά σημεία...  
...παραβιάζεται η αρχή της συμβατικής ισότητας. Χαρακτηριστικά, ενώ οι δανειστές μπορούν να μεταβιβάσουν σε κάποιον τρίτο όλα τα δικαιώματα τους εκ της σύμβασης, ο οφειλέτης-ελληνικό κράτος δεν μπορεί να κάνει το ίδιο.

Οι τρεις αυτές συμβάσεις παραβιάζουν τόσο τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και το διεθνές δίκαιο. Επιπλέον, πρόβλημα ανακύπτει και από τον τρόπο με τον οποίο ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη. Η αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών, την οποία απαιτεί το άρθρο 28 παρ.2 του Συντάγματος, δεν τηρήθηκε, ενώ παραβιάζεται και το άρθρο 36 παρ.2 Σ. Επομένως, οι συμβάσεις δεν μπορεί παρά να θεωρούνται ανυπόστατες.


Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που πρέπει να εξεταστεί είναι, αν οι περικοπές μισθών και συντάξεων συνιστούν περιορισμό ή στέρηση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος. Και αυτό, διότι  μόνο ο περιορισμός της ιδιοκτησίας μπορεί να επιτραπεί για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ποτέ η ολοσχερής στέρηση αυτής. Ωστόσο για να ονομάσουμε περιορισμό μια παρέμβαση πρέπει αυτή να αφορά την άσκηση του δικαιώματος και όχι το ίδιο το αντικείμενό του. Περιορισμός θα ήταν π.χ. η αναστολή  ενός επιδόματος για κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, χωρίς όμως να εξαφανίζεται η υποχρέωση του κράτους να το καταβάλει στο μέλλον. Απεναντίας, οι μόνιμες περικοπές που συνέβησαν αποτελούν στέρηση του δικαιώματος και, συνεπώς, δεν μπορούν να δικαιολογηθούν από το δημόσιο συμφέρον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου