Σελίδες

28 Δεκεμβρίου 2009

Τι είναι άραγε η πατρίδα μας;

Του Γιώργου Νικολού


Το θέμα που προέκυψε πρόσφατα με τη Θάλεια Δραγώνα -ή ακριβέστερα ανακινήθηκε από το ΛΑΟΣ- είναι ασφαλώς ένα ζήτημα δεκτικό πολλαπλών αναγνώσεων, μιας πολιτικής, μιας επιστημονικής και μιας προσωπικής, με την έννοια της δίκης προθέσεων. Αποδεικνύει δε για μια ακόμη φορά πως οι διακρίσεις στην ελληνική πολιτική σκηνή έχουν πάψει προ πολλού να βασίζονται σε κομματικά στεγανά, αλλά είναι εγκάρσιες και διατρέχουν το σύνολο του πολιτικού φάσματος. Η ανάλυση, συνεπώς, δεν μπορεί παρά να κινηθεί σε δύο άξονες: πρώτον, αν οι θέσεις που κατά καιρούς έχει υποστηρίξει η κ. Δραγώνα έχουν επιστημονικά ερείσματα (δεν λέω αν είναι ορθές ή λανθασμένες, γιατί οι έννοιες αυτές δύσκολα επέχουν θέση σε μία ακαδημαϊκή συζήτηση), και δεύτερον και κυριότερο κατά την προσωπική μου εκτίμηση, αν οποιοσδήποτε φορέας, είτε πρόκειται για ολιγομελείς αυτοσυγκροτούμενες ομάδες διαφωνούντων είτε για κοινοβουλευτικώς εκπροσωπούμενα κόμματα-ακόμα και το πλειοψηφούν κόμμα- έχουν δικαίωμα να ελέγχουν όσους διατυπώνουν αυτές τις απόψεις, ζητώντας την αποπομπή της εν λόγω επιστήμονα παιδαγωγού-και χρησιμοποιώ τον όρο γιατί θεωρώ πως προσιδιάζει άριστα στη δημόσια παρουσία της Θ. Δραγώνα- αλλά και κάθε εκπαιδευτικού που εκφράζει παρόμοιες ή άλλες μη αρεστές σε ορισμένους θέσεις.

Ας δούμε κατ’ αρχάς για ποια «ατοπήματα» κατηγορείται η κ. Δραγώνα. Το προηγούμενο Σάββατο οργανώθηκε από τη Νεολαία του ΛΑΟΣ πορεία, στην οποία μάλιστα παρέστησαν και τέσσερις βουλευτές του εν λόγω κόμματος, κατά της παρουσίας της στο Υπουργείο Παιδείας. Αντιγράφω από τον οικείο διαδικτυακό τόπο και απ’ όσα της προσάπτονται, ότι στο βιβλίο της «Τι είν΄ η Πατρίδα μας;-Εθνοκεντρισμος στην Εκπαίδευση» η Θ. Δραγώνα ισχυρίζεται μεταξύ άλλων τα εξής (δεν εστιάζω για την οικονομία του κειμένου στο γεγονός ότι η επιλεκτική παράθεση αποσπασμάτων από πανεπιστημιακά συγγράμματα, δεδομένου ότι διασπά τη λογική τους αλληλουχία, αν δεν εξυπηρετεί προπαγανδιστικούς ή άλλους σκοπούς, τουλάχιστον συνιστά μέγα επιστημονικό ολίσθημα):

«Η Ελληνική Εθνική Ταυτότητα δεν υπήρχε πριν από τον 19ο αιώνα. Δημιουργήθηκε έξωθεν σε μια εποχή έντονου εθνικισμού, αποικιοκρατίας και επεκτατικού ιμπεριαλισμού»: Μα δεν πρόκειται για διόλου καινοφανή αντίληψη. Η όχι και τόσο μακρινή διαμάχη Παπαρρηγόπουλου-Fallmerayer έχει πια λήξει, με τους επιφανέστερους διεθνώς εκπροσώπους της ελληνικής ιστοριογραφίας να θεωρούν τη διά μέσου των αιώνων ακατάλυτη συνέχεια του ελληνικού έθνους ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα προς θεωρητική θεμελίωση των εδαφικών διεκδικήσεων που επέτασσε ο ελληνικός-όπως και οι λοιποί βαλκανικοί- μεγαλοϊδεατισμός του πρώτου αιώνα ζωής του κράτους μας και δυστυχώς εξακολουθεί να επιβιώνει δίκην κραυγών ως σήμερα, εκκολάπτοντας το αυγό του φιδιού.

είναι ρατσιστής « όποιος αποσιωπά την σημασία, την τεράστια δύναμη, την έκταση και το κύρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας! Επίσης, όποιος αρνείται τις τουρκικές επιρροές στον Νεοελληνικό μας Πολιτισμό (σελ. 81), κι όποιος ισχυρίζεται ότι ο τουρκικός πολιτισμός έχει επιδράσει αρνητικά στους Έλληνες» : Ειλικρινά αδυνατώ να κατανοήσω ποιος δεν θα αναγνώριζε παραχρήμα σε ολόκληρη την Ευρώπη του 16ου, του 17ου, του 18ου και του 19ου αιώνα την πράγματι δυσθεώρητη δύναμη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μήπως δεν ήταν αυτή που το 1529 και το 1683 πολιόρκησε δις τη Βιέννη αναζητώντας την εκπόρθηση της Ευρώπης; Ή φανταζόμαστε ότι οι Ευρωπαίοι της εποχής θεωρούσαν αμελητέα ποσότητα μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από την Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία ως την Κριμαία και το Βελιγράδι; Και ναι, από το 1683 και τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, οπότε και προέκυψε ιστορικά ο όρος, μπορεί να αποκλήθηκε «Μεγάλος Ασθενής», αλλά κανείς δεν μπορούσε ακριβώς να της αποστερήσει το «Μεγάλος» που είχε κερδηθεί στα πεδία των μαχών. Όσο για τις επιρροές στο επίπεδο του πολιτισμού, είναι εμφανείς από τις ενδυμασίες των πρώτων ετών του ελληνικού κράτους, τις τόσες γεύσεις της μαγειρικής-πολίτικης και μη-, τα ρεμπέτικα της μουσικής, έως ακόμα και τη νοοτροπία του μπαχτσισιού και του θεμελιωμένου στις διάφορες κατά τόπους κοινότητες και υπηρετούμενες από αυτές πελατειακές σχέσεις συστήματος αποκεντρωμένης εξουσίας-όχι προφανώς από συνειδητή επιλογή, αλλά από αδυναμία συγκρότησης μιας ισχυρής και ανεξάρτητης από τοπικά συμφέροντα κεντρικής εξουσίας, παρά τις όποιες προσπάθειες ακολούθησαν.

«…το να μιλάμε για απόλυτη ομοιογένεια του πληθυσμού της Ελλάδος και να αποσιωπούμε την ύπαρξη χιλιάδων Εβραίων στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις επί 450 χρόνια είναι καθαρός ρατσισμός! »: Απορίας άξιον πράγματι, ή και ενδεικτικό της άγνοιάς του, να εκφράζει κανείς θαυμασμό(!) απέναντι στη συγκεκριμένη πολλαχώς ιστορικά τεκμηριωμένη άποψη. Εκτός και εάν αγνοούν ορισμένοι -ίσως και σκόπιμα- ότι η κοινότητα των Σεφαρδιτών Εβραίων της Θεσσαλονίκης ήταν μια από τις πιο ευημερούσες της Ευρώπης, έχοντας μάλιστα και καθοριστική συμβολή στην ανάπτυξη του ελληνικού εργατικού κινήματος, μετά την ενσωμάτωση της πόλης στον ελληνικό κορμό το 1913, με κυρίαρχη φυσιογνωμία τον ισπανοεβραϊκής καταγωγής Αβραάμ Μπεναρόγια, που διώχθηκε επανειλημμένα για τις ιδέες και τη δράση του. Ή μήπως πάλι αγνοούν πως η ίδια κοινότητα ήταν η πολυπληθέστερη της πόλης κατά την κατάληψή της από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912; Φοβόμαστε τόσο να πούμε ότι η Θεσσαλονίκη του 1912 δεν ήταν μια αμιγώς ελληνική πόλη; Ότι οι Έλληνες ανέρχονταν μόλις στο 25,3% του πληθυσμού πίσω και απ’ τους Εβραίους (38,9%) και τους Μουσουλμάνους (29,1%) σε μια αρμονική πολυπολιτισμική κοινωνία; Για να μην αναφερθώ στο Κιλκίς, του οποίου ο ελληνικός πληθυσμός το 1912 ανερχόταν στο 2%! Όπως φυσικά υπήρχαν και ακμάζουσες ελληνικές κοινότητες που έμειναν τελικά εκτός των εδαφικών ορίων του ελληνικού κράτους. «Προβλήματα» που ξεπεράστηκαν προοδευτικά στην ευρύτερη προσπάθεια να «τεντωθεί» το κράτος ώστε να έρθει στα όρια του έθνους ή το κράτος να ομογενοποιηθεί εθνικά, όπως μας δίδασκε η Λένα Διβάνη. Ώρες ώρες τείνω να πιστέψω πως περισσότερο κι από το «συνωστισμό» του βιβλίου της ΣΤ’ Δημοτικού τους πολέμιούς του ενόχλησε η παρουσίαση τέτοιων στοιχείων που αμφισβητούν κατά τρόπο αδιάψευστο και υπό τη μορφή αντικειμενικών δεδομένων τη συνεκτική πορεία του ελληνικού έθνους ανά τους αιώνες.

Οι τελευταίες εξελίξεις ασφαλώς και δεν είναι άσχετες με την προ διετίας διαμάχη για το επίμαχο διδακτικό εγχειρίδιο. Το κόμμα του ΛΑΟΣ είτε επειδή νιώθει να συμπιέζεται πολιτικά μετά την ανάδειξη του Α. Σαμαρά στη θέση του αρχηγού της ΝΔ είτε διότι ορισμένα στελέχη του όντως αυτοπροσδιορίζονται φαντασιακά ως Σπαρτιάτες φυλάττοντες Θερμοπύλες απέναντι στο φάσμα του «εθνομηδενισμού» και της «παγκοσμιοποίησης» (οι όροι εντός εισαγωγικών γιατί κάποιοι σύμφωνα με τα αξιωματικά τους πιστεύω τους τείνουν να τους αποδίδουν δαιμονολογικές διαστάσεις), είναι σαφές ότι επιδιώκει την επανασυσπείρωση του ετερογενούς εκείνου μετώπου που οδήγησε τελικά με την αντίδρασή του στην απόσυρση του βιβλίου. Πρόκειται για την κλασσική διάσταση μεταξύ εκείνων που αντιλαμβάνονται το σχολείο και το πανεπιστήμιο ως φορείς διάπλασης «εθνικών» ιδανικών και συνειδήσεων, έστω και με την παρασιώπηση επώδυνων ιστορικών αληθειών και, βραχυλογικά, αυτών που υιοθετούν το σολωμικό ορισμό του αληθούς για το εθνικό. Προσωπικά, νομίζω ότι η εκπαίδευσή μας θα πρέπει να επιφυλάσσει για τον εαυτό της τη μείζονα πολιτική σκοπιμότητα, αυτή της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης, η οποία φυσικά δεν μπορεί να είναι προϊόν αθροίσματος βεβαιοτήτων παρά δημιουργικής αμφιβολίας και διερώτησης.

Στο Βήμα Ιδεών του Δεκεμβρίου 2007 υπάρχει ένας εξαιρετικά διαφωτιστικός διάλογος μεταξύ ορισμένων ιδιαίτερα αξιόλογων ιστορικών, στη διάρκεια του οποίου αναπτύσσονται άκρως ενδιαφέρουσες σκέψεις (http://www.vimaideon.gr//Article.aspx?d=20071207&nid=6794601&sn=%CE%9A%CE%A5%CE%A1%CE%99%CE%9F%20%CE%A4%CE%95%CE%A5%CE%A7%CE%9F%CE%A3&spid=1478, ο σχετικός σύνδεσμος), κυρίως αναφορικά με τον τρόπο πρόσληψης της ιστορίας στην Ελλάδα του σήμερα. Η Λένα Διβάνη σημειώνει χαρακτηριστικά, «Άνθρωποι οι οποίοι αντλούν όλες τις πληροφορίες από την τηλεόραση ή από αυτά που θυμούνται πως διδάχτηκαν στο σχολείο αντιπαρατίθενται μαζί μου επί ώρες με μια αυτοπεποίθηση ειδικού που με εκπλήσσει. Αναρωτιέμαι συχνά αν θα το έκανε αυτό κάποιος σε έναν γιατρό ή σε έναν φυσικό, έναν χημικό.»: ακριβώς, η ιστορία στην Ελλάδα και δη η νεότερη, δεν αντιμετωπίζεται ως επιστήμη αλλά ως προϊόν ερεθισμάτων αμφιβόλου αξιοπιστίας, κυρίως δε ως απότοκο μιας αφηρημένης -εξ ου και δύσκολα αντιμετωπίσιμης- συλλογικής μνήμης. Κι αν οι λεγόμενες θετικές επιστήμες δυσχεραίνουν την αναλογία, αναρωτιέμαι ποιος θα διαφωνούσε με τόση αυτοπεποίθηση με έναν θεωρητικό του φυσικού δικαίου ή με έναν μαρξιστή κοινωνιολόγο ή με έναν διεθνολόγο, θιασώτη του δομικού ρεαλισμού, ειδικούς, δηλαδή, άλλων κοινωνικών επιστημών, πολλώ δε μάλλον να οργανώσει μια ολόκληρη πορεία διαμαρτυρίας κατά της τοποθέτησής τους σε οργανική υπουργική θέση! Εξάλλου, η νεότερη ιστορία αποτελεί ως σήμερα συνέχεια και εργαλείο της πολιτικής, γι’ αυτό και δεν εκλαμβάνεται ως αυθύπαρκτο επιστημονικό αντικείμενο, αλλά ως προέκταση του εκάστοτε επίκαιρου πολιτικού διαλόγου, διατηρώντας πάντοτε προνομιακή θέση στην ημερησία διάταξη των συζητήσεων στα καφενεία της περιφέρειας. Συν τοις άλλοις, το ιστορικό μας παρελθόν, σε συνδυασμό με ένα παρόν φαντασιακό υποσυνείδητο, μας επιτρέπουν να επικαλούμαστε ένα πλήθος εχθρών προκειμένου να αυτοπροσδιοριζόμαστε και να δρούμε φοβικά απέναντι σε νέες προσεγγίσεις. Ο Θάνος Βερέμης τονίζει στο πλαίσιο του ίδιου διαλόγου, «Γιατί η ταυτότητά μας κατασκευάζεται μέσα στον κίνδυνο. Οι «μεγάλες» στιγμές της ελληνικής Ιστορίας περιβάλλονται από κίνδυνο. Το ίδιο συμβαίνει μάλλον και με τα άλλα έθνη.». Όταν όμως για να ανακαλέσεις ποιος είσαι υποχρεώνεσαι να θυμηθείς εξωτερικούς εχθρούς, τότε νομοτελειακά θα αναγνωρίσεις πεμπτοφαλαγγίτες στο πρόσωπο της Θ. Δραγώνα και της κάθε κ. Δραγώνα. Η εφεύρεση εχθρών, ενίοτε προαιώνιων, σε περίπτωση που αυτοί απουσιάζουν, είναι προϋπόθεση απαραίτητη για τη συντήρηση και την τροφοδοσία των εθνικών μας μύθων. Αυτά όσον αφορά το ρόλο της ιστορίας και το πραγματικό περιεχόμενο της διαμάχης, που τοποθετήθηκε, όπως ήταν φυσικό, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο σύλληψης της ιστορίας ως επιστημονικού αντικειμένου.

Προχωρούμε στη θεσμική-πολιτική διάσταση του ζητήματος. Διαβάζω πάλι στο σχετικό ιστότοπο των νεολαίων του ΛΑΟΣ: «Ο Ελληνικός λαός πριν δύο χρόνια, τόσο με εκφρασμένη άποψη του για το βιβλίο ιστορίας της Ρεπούση (90% αρνητική), όσο και με την ψήφο του, έδειξε πως δεν ανέχεται τις ανθελληνικές μεθοδεύσεις όσων θέλουν να στρέψουν την Παιδεία μας στην λογική του Εθνικού αποχρωματισμού της νέας γενιάς.». Στέκομαι στο ποσοστό που εκφράζει αρνητική άποψη για το εγχειρίδιο -αγνοώ τις συγκεκριμένες μετρήσεις, χωρίς να αμφισβητώ την αξιοπιστία τους και την επίκλησή του ως επιχείρημα. Η δημοκρατία μας ευτυχώς είναι γεμάτη από χιλιάδες μικρές ψηφοφορίες, από ποσοστά και νούμερα, από μειονοψηφίες και πλειονοψηφίες. Και πάλι ευτυχώς, όμως, ορισμένα ζητήματα δεν μπορούν και δεν πρέπει να αποτελούν αντικείμενα δημοψηφισματικών διαδικασιών. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Ι. Δρόσος αρεσκόταν πέρυσι στη διάρκεια των μαθημάτων στη χρήση μιας παρομοίωσης για να μας δώσει να καταλάβουμε τη δεσμευτικότητα του Συντάγματος. Έλεγε ότι ένας λαός που αποφασίζει ξαφνικά ότι θέλει ένα νέο θεμελιώδη νόμο βρίσκεται σε θέση παρόμοια με εκείνη που είχε βρεθεί ο Οδυσσέας καθώς άκουγε το τραγούδι των Σειρήνων: μπορεί να ήθελε να υπακούσει στα κελεύσματά τους, αλλά τα δεσμά του, εν προκειμένω το Σύνταγμα, δεν του το επέτρεπαν (η πραγματική λύση στο πρόβλημα θα μπορούσε να ήταν μόνο μια ρηξικέλευθη και εξ ορισμού ριψοκίνδυνη επιλογή, όπως μια επανάσταση, που θα δημιουργούσε εκ των πραγμάτων νέο δίκαιο). Κατά παρόμοιο τρόπο κάποια κεκτημένα και κάποια δικαιώματα δεν μπορούν να τίθενται υπό κρίση απλώς και μόνο διότι η πλειονότητα διαφωνεί με το περιεχόμενό τους. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο αποτέλεσε και μέγα πισωγύρισμα η απόσυρση του βιβλίου της ΣΤ’ Δημοτικού, υπό το βάρος των αντιδράσεων -και μάλιστα ενός κοινού ελάχιστα ενημερωμένου- και την κρίση ενός οργάνου κατά νόμο αναρμόδιου, όπως η Ακαδημία Αθηνών. Μέγιστο λάθος ήταν άλλωστε για τον ίδιο ακριβώς λόγο η πρόσφατη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανέγερση μιναρέδων στην Ελβετία -δεν πρόκειται για δικαίωμα διαπραγματεύσιμο, αλλά για αυτονόητη δημοκρατική κατάκτηση. Όπως και στη χώρα μας δεν θα έπρεπε επ’ ουδενί να γίνει δημοψήφισμα για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, όχι αν το ζητούσαν δύο αλλά δέκα εκατομμύρια Έλληνες. Είναι θετικό, με άλλα λόγια, ότι η δημοκρατία μας δεν είναι ούτε a la carte ούτε δεσμευτική-δημοψηφισματική αλλά αντιπροσωπευτική, με παροχή ελεύθερης εντολής.

Εξάλλου, μοιραία επανερχόμαστε στη συζήτηση περί του επιστημονικού χαρακτήρα της Ιστορίας. Η πλειοψηφία δεν είναι σε θέση και δεν πρέπει να κρίνει επιστημονικές θεωρίες. Άλλωστε, από την ίδια τη φύση τους οι επιστήμες εμπεριέχουν το στοιχείο της ειδίκευσης και της διαφοροποίησης από το πλήθος. Δεν θα μας φαινόταν γελοίο αν το 90% του πληθυσμού τασσόταν κατά της κβαντικής θεωρίας ή της θεωρίας της σχετικότητας; Η ύπουλη θεώρηση της ιστορίας ως μακράς χείρας του πολιτικού φαινομένου κάνει και πάλι την εμφάνισή της. Το αν κάποιοι την προωθούν για ίδια οφέλη και για κολακεία προς το κοινό είναι κάτι που πρέπει να τίθεται στην κρίση όλων.
Έτερο εξαίσιο επιχείρημα που ακούστηκε από ορισμένους «εθνικά υπερευαίσθητους»- προφανώς οι υπόλοιποι εμφανίζουμε μειωμένα εθνικά ανακλαστικά- είναι ότι θεμιτές μεν οι απόψεις της επιστήμονος Θ. Δραγώνα, αλλά απαράδεκτες για δημόσια λειτουργό! Είναι, δηλαδή, διαφορετικό να λαμβάνει θέση σε ένα Υπουργείο από το να τις εκφράζει σε πανεπιστημιακά αμφιθέατρα; Ή μήπως νομίζουν ορισμένοι ότι ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος επηρεάζει κατ’ ανάγκην λιγότερο από έναν κρατικό υπάλληλο; Κι επειδή μ’ αυτή τη σκέψη ίσως κατευθύνω τα μυαλά ορισμένων στο να αρχίσουν να καταφέρονται συστηματικά κατά καθηγητών της τριτοβάθμιας για τις θέσεις τους, προσθέτω τούτο. Η Θάλεια Δραγώνα μεταξύ άλλων επελέγη για το πλούσιο παιδαγωγικό της έργο, όπως επελέγη και γι’ αυτές ακριβώς τις απόψεις της-δεν τοποθετήθηκε Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας παρά τις θέσεις τις αλλά χάριν και σε αυτές.

Κάποιος εύλογα θα αντιτάξει πως κόμματα και διάφορες ομάδες έχουν τόσο δικαίωμα όσο και ρόλο από τη φύση τους να ασκούν πιέσεις προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, τις οποίες τα ίδια αξιολογούν ως πρωταρχικής σημασίας για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Είναι, όμως, εξίσου δικαίωμα, και πολύ περισσότερο υποχρέωση κάθε δημοκρατικής πολιτείας που σέβεται τη φυσιογνωμία της ως τέτοιας να προασπίζεται όχι μόνο τις επιλογές της απέναντι σε τέτοιου είδους επιθέσεις, αλλά και το δικαίωμα κάθε ακαδημαϊκού να εκφράζεται ελεύθερα και χωρίς να επικρέμαται της κεφαλής του η λαιμητόμος της λογοκρισίας, με όποια μέσα κι αν αυτή επιβάλλεται τελικώς. Στην ερώτηση, συνεπώς, αν το ΛΑΟΣ είχε δικαίωμα να πραγματοποιήσει μια τέτοια διαδήλωση η απάντηση είναι ξεκάθαρα καταφατική. Και η ενέργειά του διαυγώς καταδικαστέα από σύσσωμη τη δημοκρατική πολιτεία και θέλω να πιστεύω από τους πνευματικούς ταγούς του τόπου για λόγους διασφάλισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Ένα κόμμα μπορεί να ζητάει την απόλυση μιας κρατικής λειτουργού για τα πιστεύω της. Το ίδιο κόμμα ίσως θα ήθελε μάλιστα αυτά τα πιστεύω να επισύρουν και ποινικές κυρώσεις. Εφόσον κατά την πολιτική του αξιολόγηση αυτά συνιστούν λόγο αποπομπής από το δημόσιο μηχανισμό, γιατί όχι και έγκλημα άξιο ποινικού κολασμού; Κι αν σήμερα είναι αυτές οι απόψεις, αύριο θα μπορούσαν να είναι κάποιες άλλες, μεθαύριο κάποιες άλλες και ούτω καθεξής, στενεύοντας έτσι υπέρμετρα το πεδίο της ελεύθερης κατά τα λοιπά έκφρασής μας. Σε όλα αυτά έχουμε υποχρέωση να πούμε όχι. Και πριν από εμάς η συντεταγμένη πολιτεία και οι αρμόδιοι φορείς.

Αντιγράφω, και πάλι από το site της διαδήλωσης, το κεντρικό της σύνθημα, «ΕΞΩ ΟΙ ΑΝΘΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΙ ΟΧΙ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ». Ο Νίκος Δήμου είχε γράψει πριν από αρκετά χρόνια πως ένιωθε την μομφή του «ανθέλληνα» ως τιμητικό τίτλο για τις δυσάρεστες αλήθειες που έχει κατά καιρούς πει αντί να κολακεύει και να λαϊκίζει, όπως τόσοι και τόσοι, και ο οποίος κατά τελειωτική εκτίμηση ωφελεί την πατρίδα του περισσότερο από έναν ενθουσιώδη υπέρμαχο. Ακλόνητή μου πεποίθηση είναι πως έτσι ακριβώς θα πρέπει να νιώθει τούτες τις μέρες και η Θάλεια Δραγώνα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο παράσημο για έναν άνθρωπο που έχει αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του στην εκπαίδευση και το έργο του διαπνέεται από έναν βαθύτατο ανθρωπισμό από το να εγκαλείται από τους εχθρούς του ότι προώθησε την πολυπολιτισμική παιδεία. Λες και ο χαρακτηρισμός πολυπολιτισμικός αποτελεί ψόγο και όχι έπαινο τιμής. Λες και η αρχαιοελληνική φιλοσοφία ήταν απλώς μια αιματολογική συγγένεια και όχι ένα σύνολο πανανθρώπινων αξιών και η αξιοποίηση δημιουργικών ερεθισμάτων ανεξαρτήτως προέλευσης. Λες και πρέπει να υμνηθεί μιας ναζιστικής υφής εθνολογική καθαρότητα και όχι η αξιέπαινη αλληλεπίδραση στοιχείων από διαφορετικές πολιτισμικές οντότητες. Λες και η συμβολή στην εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων συνιστά λόγο κατηγορίας και όχι έμπρακτο εναγκαλισμό μιας οικουμενικής αντίληψης για την παιδεία του αύριο. Το ίδιο λασπολογικές, άλλωστε, είναι και οι συκοφαντίες όσον αφορά τις σπουδές της κ. Δραγώνα. Καθότι, βεβαίως, κανείς από όσους την κατηγορούν δεν αναφέρει ότι όταν σπούδαζε ψυχολογία στο Deree δεν υπήρχε σχολή με αντίστοιχο γνωστικό αντικείμενο στην Ελλάδα ούτε εξηγεί πόσο ανεπαρκές ήταν εν τέλει το πρώτο της πτυχίο, ώστε να την οδηγήσει σε μεταπτυχιακές σπουδές σε βρετανικά πανεπιστήμια και στην εκπόνηση διδακτορικής διατριβής. Για τόσο ανεπαρκείς σπουδές μιλούμε.

Ωστόσο, όσο έωλα φαντάζουν τα παραπάνω επιχειρήματα που επικαλούνται οι «εθνικώς ανησυχούντες», εξίσου προβληματικός μοιάζει συχνά και ο τρόπος που τους αντιμετωπίζουμε. Κι αυτό διότι οι οπαδοί της πλήρους ελευθεροστομίας υποπίπτουν, κατά κύριο λόγο, σε ένα θεμελιώδες σφάλμα. Τοποθετούν μια ταμπέλα στους πολέμιούς τους, βαφτίζοντας τους μεν «ακροδεξιούς» και «χουντικούς», τους δε «φασίστες της ελεύθερης άποψης, που καπηλεύονται αριστερά ιδεώδη» και έκτοτε θεωρούν το θέμα λήξαν. Η επιλογή αυτή αποτελεί μέγιστο ολίσθημα, καθότι υποκρύπτει ένα αίσθημα διαλογικής και νοητικής ανωτερότητας, η οποία μετά την τοποθέτηση της ταμπέλας θεωρείται ότι δεν χρήζει περαιτέρω ανάλυσης. Τούτο όμως δεν μπορεί παρά να ταυτίζεται με το ολέθριο λάθος εκείνων που, επειδή εξ ορισμού θεωρούν κάποιους «ανθέλληνες» ή «αντικομμουνιστές», αυτοδικαίως κρίνουν ότι δικαιολογούνται απολύτως στο να τους θέτουν στο στόχαστρό τους. Η λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από τη συνεπή και πειστική αποδόμηση της επιχειρηματολογίας τους και την αποκάλυψη των λογικών τους αντιφάσεων και ανακολουθιών. Δεν θα πρέπει οι μεν να θεωρούν εαυτούς ανώτερους και εξ αυτού του λόγου να αρνούνται τη συμμετοχή τους στο διάλογο. Τουλάχιστον όχι προτού φανερώσουν κατά τρόπο άμεσο και επιστημονικό τη σαθρότητα των ιδεοληπτικών κατασκευασμάτων της αντίπαλης πλευράς. Η απόδοση τίτλων δίκην πυροτεχνήματος ως βασικό νόσημα του δημόσιου διαλόγου μας πρέπει πλέον να ξεριζωθεί.

Μέρες τώρα προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως η επίθεση κατά της Θάλειας Δραγώνα αποτελεί ένα «μεμονωμένο περιστατικό». Όσο κι αν θα ήθελα να το πιστέψω, ειλικρινά η πραγματικότητα με διαψεύδει αμείλικτα. Δεν πρόκειται παρά για έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα των πρόσφατων επιθέσεων κατά ανθρώπων που ασχολούνται συστηματικά με τη μελέτη και τη διδασκαλία της ιστορίας. Πριν από ένα χρόνο βουλευτής του ίδιου κόμματος που σήμερα ζητεί επιτακτικά την αποπομπή της κ. Δραγώνα, επεδίωξε να ελέγξει εκπαιδευτικό σε σχολείο της εκλογικής του περιφέρειας για τον τρόπο που προσέγγισε την ανάπτυξη του φασισμού στην Ευρώπη. Εσχάτως εφημερίδα-όργανο άλλου κοινοβουλευτικού κόμματος στοχοποίησε με καταγγελίες σε φύλλα της εκπαιδευτικούς, προφανώς για λόγους μη εναρμόνισης με την επίσημη ιστορική οπτική του κόμματος. Η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία κυριακάτικη εφημερίδα κατηγόρησε καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου για τα ακαδημαϊκά του πιστεύω, θέτοντας απολογούμενο για το ζήτημα και τον τότε Υπουργό Παιδείας. Κι απέναντι σε όλα αυτά μάταια αναζητείται συγκροτημένη αντίδραση.

Καταλήγοντας, θα έλεγα ότι τα παραπάνω περιστατικά σε συνδυασμό με τις εντεινόμενες πρόσφατες επιθέσεις κατά πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και συγγραφέων από γκρουπούσκουλα ενός νεφελώδους πολιτικού χώρου δημιουργούν ένα ζοφερό σκηνικό όχι μόνο για το χώρο της εκπαίδευσης και της διανόησης εν γένει, αλλά και για το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας της ελευθερίας της γνώμης στη σύγχρονη Ελλάδα. Ανάμεσα στα άλλα, ο Δεκέμβρης μας κληροδότησε την απελευθέρωση δυνάμεων που μικρονοϊκά, ενίοτε και εμπρόθετα, οδηγούν με τη δράση τους σε έναν πραγματικό εκφασισμό της λειτουργίας της εκπαίδευσης. Κάποιες στιγμές αναρωτιέμαι μήπως πρέπει οι διάφοροι αυτοί κύκλοι να ομονοήσουν -πράγμα που έχουν ήδη κάνει στις πρακτικές τους- και να εκδώσουν από κοινού ένα νέο index verborum prohibitorum, ώστε να μάθουμε κι εμείς ποια είναι τα ρεαλιστικά όρια της έκφρασης στην Ελλάδα του 2009. Ως εκ τούτου, μικρή σημασία έχουν οι εκάστοτε φορείς της δράσης αυτής- περισσότερο απαιτείται η σύσσωμη και καθολική καταδίκη τους. Και σε αυτή την κατεύθυνση τα «ναι μεν αλλά…» δεν βοηθούν. Ειδάλλως παραγνωρίζουμε σε ποιες άκρως επικίνδυνες ιδέες έχουμε ήδη μισανοίξει την πόρτα μας...

Υγ. 1 Ευχαριστώ το Γιάννη Πήλιουρα για το δημιουργικό διάλογο που είχαμε προ ημερών και που, παρά τη ριζική επί της ουσίας διαφωνία μας, επέτρεψε σε εμένα, όπως και στον ίδιο, να ξεδιπλώσω την επιχειρηματολογία μου, παρέχοντας μου, εξάλλου, και την αφορμή για το παρόν κείμενο.

Υγ. 2 Προσοχή! Δηλώνω κατηγορηματικά πως όλα τα άνωθεν γραφόμενα είναι παντελώς ψευδή και αναξιόπιστα. Δρω ως μίσθαρνο όργανο του Ιδρύματος Σόρος, του Henry Kissinger και λοιπών διάσημων ανθελλήνων, οι οποίοι και μου ζήτησαν, έναντι προφανώς αδράς αμοιβής, τη διατύπωση των παραπάνω ιστορικών ανακριβειών. Ζητώ ταπεινά συγγνώμη για την αισχρή εθνική μειοδοσία, αλλά γιορτές έχουμε, οι ανάγκες πίεζαν. Ποντάρω στην ειλικρινή κατανόησή σας…

24 σχόλια:

  1. Κι επειδή έχω διαπράξει ένα χονδροειδές σφάλμα, αναπαράγοντας τα παραποιημένα αποσπάσματα-κακώς τους έδωσα πίστη απ' ότι φαίνεται- που παραθέτουν κατά τρόπο επικίνδυνα υπεραπλουστευμένο και μανιχαϊστικό όσοι εγκαλούν τη Θ. Δραγώνα, παραθέτω εδώ αυτούσια τα πραγματικά αποσπάσματα από το βιβλίο-για όποιον αντέχει να τα διαβάσει και αυτά:

    Αντί του "είναι ρατσιστής « όποιος αποσιωπά την σημασία, την τεράστια δύναμη, την έκταση και το κύρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας! Επίσης, όποιος αρνείται τις τουρκικές επιρροές στον Νεοελληνικό μας Πολιτισμό (σελ. 81), κι όποιος ισχυρίζεται ότι ο τουρκικός πολιτισμός έχει επιδράσει αρνητικά στους Έλληνες»", αντιγράφω από την ίδια σελίδα (ο αριθμός σωστά εντοπίζεται, δυστυχώς δεν μπορώ να πω το ίδιο και για το περιεχόμενο): "Αυτή η στρατηγική (σ. της "άρνησης",επιστημονικού όρου που αναλύεται παραπάνω στο έργο) είναι ιδιαίτερα προφανής στις αποσιωπήσεις και παραλείψεις ιστορικών γεγονότων, που εντοπίζονται στα σχολικά εγχειρίδια. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αποσιώπηση της σημασίας, της τεράστιας δύναμης, της έκτασης και του κύρους της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αντίστοιχη είναι και η πλήρης απουσία οποιασδήποτε μνείας στον πολιτισμό, τα γράμματα και τις τέχνες της οθωμανικής αυτοκρατορίας-και του τουρκιού κράτους από το 1908 και ύστερα...". Προσωπικά χαρακτηρισμό δεν διακρίνω, παρά ανάλυση ενός μηχανισμού- διευκρινίσεις ευπρόσδεκτες.

    Αντί του «…το να μιλάμε για απόλυτη ομοιογένεια του πληθυσμού της Ελλάδος και να αποσιωπούμε την ύπαρξη χιλιάδων Εβραίων στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις επί 450 χρόνια είναι καθαρός ρατσισμός!» στη σελίδα 95 -ω του θαυματος και πάλι σωστά, τουλάχιστον ξέρουμε τι ακριβώς διαστρεβλώνουμε- αναφέρεται "Αυτή η φαντασίωση της ομοιογενούς κοινότητας προβάλλεται τόσο στα σχολικά βιβλία όσο και στο λόγο των εκπαιδευτικών...Υπάρχει πλήρης αποσιώπηση της παρουσίας αλλόγλωσσων, αλλόθρησκων, ή αλλοεθνών ομάδων στις ελληνικές περιοχές των συνόρων του σημερινού ελληνικού κράτους, τη Βόρειο Ήπειρο, τα παράλια της Μικράς Ασίας και την Κύπρο. Πολύ χαρακτηριστική της έμμεσης κατασκευής της απόλυτης ομοιογένειας του πληθυσμού είναι και η πλήρης αποσιωπηση για ολόκληρη την ιστορία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα της ύπαρξης Ελλήνων Εβραίων όπως και κάθε άλλης αλλόθρησκης ομάδας, με εξαίρεση την αναφορά στους Βενετούς, όπου μνημονεύεται πολύ θετικά η αφομοίωσή τους από τους Έλληνες, παρά τη διατήρηση σε μεγάλο ποσοστό του καθολικού δόγματος." Και πάλι ελλείπει ο χαρακτηρισμός όσων πρεσβεύουν την ιδέα αυτή της απόλυτης ομοιογένειας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Συν τοις άλλοις, η Θ. Δραγώνα εγκαλείται διότι γράφει ότι «Εθνικιστικές τάσεις κρύβει και η επιθυμία να διδάσκεται στην μέση εκπαίδευση η αρχαία Ελληνική Γλώσσα (σελ. 86)". Διαβάζω αρκετή ώρα τη σελίδα αυτή όσο και τις διπλανές προσπαθώντας να εντοπίσω το εν λόγω χωρίο. Εν ολίγοις, η συγγραφέας κάνει λόγο για το ναρκισσισμό που εμπεριέχει η διαδικασία της ταύτισης με μια εξιδανικευμένη προγονική ταυτότητα. Έκφανση της συνείδησης αυτής της ταύτισης συνιστά κατά την ίδια η πρόταξη της διδασκαλίας του αρχαιοελληνικού παρελθόντος, μέσω της γραμματείας και της ιστορίας, με την παράλληλη παρατήρηση ότι ως ήσσονος σημασίας ιεραρχείται η διδασκαλία της ιστορίας του νεοελληνικού κράτους και του νεοελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Τώρα αυτό πως κάποιοι το πήραν -αμφιβάλλω κατά πόσο ήταν σε θέση να το αντιληφθούν, βέβαια, οπότε αυτό λογίζεται ως ελαφρυντικό για την περίπτωσή τους- και το έκαναν «Εθνικιστικές τάσεις κρύβει και η επιθυμία να διδάσκεται στην μέση εκπαίδευση η αρχαία Ελληνική Γλώσσα", ο Θεός κι η ψυχή τους...

    Όσο, τέλος, για τη φράση «Η Ελληνική Εθνική Ταυτότητα δεν υπήρχε πριν από τον 19ο αιώνα. Δημιουργήθηκε έξωθεν σε μια εποχή έντονου εθνικισμού, αποικιοκρατίας και επεκτατικού ιμπεριαλισμού» είναι η μόνη στην οποία δεν παρατίθεται σελίδα, για τον προφανή λόγο ότι με τη συγκεκριμένη διατύπωση δεν υπάρχει μέσα στο βιβλίο! Να βοηθήσω λίγο: ίσως ο ποιητής αναφέρεται στο κομμάτι "Στην ελληνική περίπτωση πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η "αναζήτηση" της "νεοελληνικής" ταυτότητας υπήρξε μια μακρά διαδικασία συγκρότησης επιχειρημάτων, που οδήγησε σε έναν ορισμό του "ελληνισμού" με κριτήρια ταυτόχρονα ανθρωπολογικά-φυλετικά και ιστορικά-πολιτισμικά(Βελούδης 1982, 84). Έτσι στη συγκυρία του 19ου αιώνα, που διεξαγόταν η πάλη για την οριστικοποίηση των εθνικών συνόρων σε μια εποχή επεκτατισμών, αποικιοκρατίας και των αντίστοιχων ιδεολογιών που νομιμοποιούσαν αυτές τις πολιτικές, η ελληνική εθνική ταυτότητα θεωρήθηκε ανεπαρκής και κατώτερη σε σχέση με το ένδοξο παρελθόν των αρχαίων προγόνων(Σκοπετέα 1988)". Να πληροφορήσω μάλιστα κάθε ενδιαφερόμενο ότι το απόσπασμα αυτό βρίσκεται στη σελίδα 16-για πάσα προπαγανδιστική χρήση. Γίνεται, συνεπώς, σαφές ότι ορισμένες ανίατες ως προς τη γλωσσική σύλληψη και την αντιληπτική ικανότητα περιπτώσεις ούτε η εισαγωγή της αρχαίς ελληνικής στο νηπιαγωγείο δεν μπορεί να τις θεραπεύσει.

    Τα παραπάνω δεν αναιρούν ούτε κατ' ελάχιστον την υποστήριξη των επιστημονικών θέσεων της Θ. Δραγώνα. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι εξαίρουν κυρίως τον αμερόληπτο χαρακτήρα τόσο του έργου της όσο και της ίδιας, με τη μη απόδοση χαρακτηρισμών, ενώ εκθέτουν, παράλληλα, ανεπανόρθωτα εκείνους που μη δυνάμενοι να διακρίνουν παρά ανάμεσα σε άσπρο και μαύρο, προσπάθησαν απεγνωσμένα να συμπυκνώσουν επιστημονικές σκέψεις σε συνθήματα που θα έπειθαν το υποσυνείδητό τους ότι έχουν απέναντί τους εχθρό.

    Συγγνώμη και πάλι για τις αρχικές ανακρίβειες...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Γιωργο διαβασα το πολυ ενδιαφερον κειμενο και αρχικα πρεπει να σου πω οτι τα σχολια σου απο κατω,οπου παρεθεσες αυτουσια τα μερη του βιβλιου,ειναι ιδιαιτερως διαφωτιστικα καθως δεν σου κρυβω οτι οι χαρακτηρισμοι στο αρχικο κειμενο με ξενισαν-κυριως λογου του δογματικου χαρακτηρα που εμπεριεχουν.Απλα θα ηθελα να σημειωσω οτι παγκοσμιως η ιστορια εχει υπαρξει πολιτικο μεσο για την εθνικη ομοιγενοποιηση κρατων στην γενεσση τους(γεγονος που πολυ σωστα αναφερει η κυρια Διβανη)και της διαμορφωσης των υψηλων στοχων της πολιτικης τους. Αυτη η πολιτκη εχει αποδειχτει μακροπροθεσμα ιδιαιτερα αποτελεσματικη-οπως αποδεικνυεταια απο την υπαρξη εθνων-κρατων σημερα και οχι οριζοντιων κρατων.Βεβαιως αυτη η μεθοδος ειναι εντελως αντιεπιστημονικη και ως ενα σημειο γκεμπελικη,ομως χρησιμοποιηθηκε σε περιοδους οπου ηταν απαραιτητη η καλλιεργεια μιας τετοιας ταυτοτητας προκειμενου τα κρατη να συμωβαδισουν με τις ραγδαιες εθνικηστικες τασεις που γεννιουνταν στο εσωτερικο τους.Ολα τα παραπανω ισχυουν στο μετρο της δημιουργιας κρατων πριν αρκετους αιωνες πριν αδυνατισουν και ατονισουν αυτες οι τασεις.Σημερα ομως οπου οπως προειπα τα εθνη-κρατη ειναι μια πραγματικοτητα με δικα της ιδιαιτερα και κυριως δυακολα προς την επιλυση προβληματα μια τετοια αντιεπιστημονικη,επαναλαμβανω,διδαχη ειναι ,εκτος απου ανουσια, οπισθοδρομικη.Ενδεια σημερα υπαρχει στην κριτικη σκεψη ,προς την κατευθηνση της επιλυσης προβληματων, και οχι στην διαμορφωση και την υπερτιμημενη δημιουργια εθνικων ταυτοτητων.Αρα αυτο που χρειαζεται ειναι επιστημονικη σκεψη και ακριβεια,ναι αποχρωματισμενη και ενιοτε αντιεθνικη ή 'αντιπλειοψηφικη'(ας μου επιτραπει ο νεολογισμος),βασισμενη παντα σε μεθοδους που προωθουν την κριτικη ικανοτητα και τον προβληματισμο πανω σε πραγματικα δεδομενα και οχι δεοντολογικα συμπερασματα.Σε αυτη την κατευθνση,πιστευω, εχουμε αναγκη ανθρωπους οι οποιοι εχουν διαθεση και παθος να προωθησουν αυτη την επιστομινικη και κριτικη θεωρηση ολων των δεδομενων-δεν εχω παρακολουθησει τοσο στενα ομολογω την κυρια Δραγων για να ξερω αν ανηκει σε αυτην την κατηγορια-αλλα πιστευω οτι οποισδηποτε επιστημονας κινειται στον αξονα που προανεφερα δεν πρεπει ουτε να αποπεμπεται ουτε να γινεται αντικειμενο συγκεντρωσεων και διαμαρτυριων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Μα θα αποτελούσε μέγιστο σφάλμα ενός τέτοιου συγγράμματος να αποδίδει χαρακτηρισμούς, κάτι που προφανώς δεν γίνεται, γι' αυτό απολογούμαι και πάλι για τη στρεβλή παράθεση - από τους ιστότοπους των νεολαίων του ΛΑΟΣ επισημαίνω και πάλι. Και συμπληρώνω στο τελευταίο σχόλιο σου, κανένας επιστήμονας γενικά. Το γεγονός ότι συμφωνούμε στη συγκεκριμένη περίπτωση με τις θέσεις της Θ. Δραγώνα είναι εντελώς τυχαίο. Οποιοσδήποτε εκφέρει απόψεις επί ιστορικών τεκμηρίων και επιστημονικών πορισμάτων έχει πλήρες και αναφαίρετο δικαίωμα λόγου. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μη έχοντες σχέση με την ιστορία δεν έχουν δικαίωμα λόγου- ασφαλώς έχουν και αυτοί δίχως κανένα περιορισμό. Απλώς, θεωρώ ότι δεν μπορεί η δική τους άποψη να έχει την ίδια βαρύτητα με αυτή ενός ειδικού. Νομίζω τέλος ότι το αντιεθνικιστική είναι μάλλον προτιμότερος χαρακτηρισμός από το αντεθνική...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Κατα την αποψη μου αν καποιος δεν κινειται στο πλαισιο που προαναφερα προηγουμενως και παρακινειται απο ιδεοληπτικα κινητρα διατυπωνοντας αξιολογικες κρισεις μαλλον πρεπει να συζητησουμε κατα ποσον θεωρειται επιστημονας(ποσω μαλλον αξιολογος)καθως απεμπολυει τα βασικα χαρακτηριστικα των τελευταιων-την επιστημονικη μεθοδο και-πολυ συχνα- την εκλογικευση των εξεταζομενων φαινομενων.Οσον αφορα την διακριση μεταξυ αντιεθνκης και αντιεθνικιστικης θεσης,εφοσον ,στην χωρα μας,οι δυο οροι συγχεονται και ταυτιζονται(οχι αθελητα σαφως)και απο τους οιωνει υπερασπιστες τους αλλα και απο τους πολεμιους τους,θεωρω οτι ο συγκεκριμενος διαχωρισμος,που πολυ σωστα σημειωσες,ειναι, οχι απλα προτιμοτερος,αλλα απαραιτητος.Οι αποψεις της συγκεκριμενης ακδημαικου ειναι,και οφειλουν να ειναι, αντικειμενο (δια)επιστημονικου διαλογου ο οποιος ομως εστιαζεται σε λογικα και τεκμηριωμενα επιχειρηματα που εχουν βαθιες ριζες στις διαφορετικες αντιληψεις περι γεννησης των εθνων.Η αντιδραση του ΛΑΟΣ που αναφερεις αποτελει κατα την αποψη μου,ενα σημαδι των καιρων(με πιο εθνικιστικο και σκοταδιστικο προφιλ) .Πρεπει να ενταχτει στο γενικοτερο ρευμα που επικρατει στην ελληνικη κοινωνια και αλωνει και τα πανεπιστημια(αν δεν καλλιεργειται εκει) το οποιο προκρινει την αμεση κινητοποιηση αντι του διαλογου,την εντονη αντιδραση αντι της ερευνας και της λογικης θεμελιωσης.Για να το θεσω απλα ωθουμαστε απο το συνολικο κοινωνικο περιβαλλον(και δυστυχως αυτο δεν περιλαμβανει μονο το ΛΑΟΣ-δυστυχως γιατι τοτε το κακο θα περιοριζοταν μονο σε εναν ακραιο χωρο ο οποιος θα μπορουσε να αντισταθμιστει απο ολο το υπολοιπο ορθολογικο συνολο)μας ωθουν να ειμαστε αναθεωρητικοι μονο στις πραξεις και οχι στην σκεψη.Και ειναι νομιζω ευκολα συναγωμενο οτι αν αυτο συμβαινει τοτε οι πραξεις σου-στερουμενες λογικης θεμελιωσης γενικοτερου πλαισιου και ορθολογικης στηριξης-εκπεφτουν απο αναθεωρητικες σε οπισθοδρομικα αντιδραστικες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Επιτρέψτε μου να κάνω λιγάκι τον δικηγόρο του διαβόλου:

    1) Το ΛΑΟΣ, η νεολαία του και ο οποιοσδήποτε ιδιώτης ή συλλογικότητα έχει δικαίωμα να πραγματοποιήσει πορεία διαμαρτυρίας, για λόγους που κατα την κρίση του είναι σημαντικοί (π.χ. για την άστοχη τοποθέτηση ανεπαρκών προσώπων σε νευραλγικές θέσεις Υπουργείων)

    2)Το αν κάποιος θα γράψει ορισμένες επιστημονικές ή άλλες απόψεις του σε ένα βιβλίο είναι δικαίωμά του, που απορρέει από την αρχή της ελευθερίας της έκφρασης. Ωστόσο, το αν θα διδάδκονται οι επιστημονικές αυτές απόψεις στο σχολείο ή όχι δεν έχει σχέση με ατομικές ελευθερίες αλλά με σκοπιμότητες του εκπαιδευτικού συστήματος, εν τέλει με πολιτικές αποφάσεις . Άρα, τυχόν απόφαση του αρμοδίου οργάνου να απορρίψει σχετικό αίτημα της συγγραφικής ομάδας δεν είναι αντισυνταγματική. Κατά τούτο θεωρώ ατυχή την αξιολογική σύγκριση του πρόσφατου συλλαλητηρίου για το βιβλίο, με το δημοψήφισμα για τους μιναρέδες.

    3) Σε τελική ανάλυση, λοιπόν, το ποιό βιβλίο "διδάσκεται" (sic) στα σχολεία, είναι μία πολιτική απόφαση, η οποία μπορεί να είναι εύστοχη ή άστοχη, επιτυχημένη ή αποτυχημένη, ενδεδειγμένη ή απαράδεκτη, αξιέπαινη ή αξιοκατάκριτη κλπ. Πάντως πρόκειται για απόφαση πολιτική, κατά συνέπεια ανήκει στην πλειοψηφία, η οποία αποτυπώνεται στη σύνθεση του κοινοβουλίου.

    Συμπέρασμα: Είναι στο χέρι του Κοινοβουλίου το αν θα πείθεται κάθε φορά από τις απόψεις της εκάστοτε μειοψηφίας (νυν ακροδεξιάς, σε άλλα ζητήματα αριστερής και πάει λέγοντας). Ένα υπεύθυνο κοινοβούλιο δεν θα επέτρεπε την απόσυρση του περυσινού βιβλίου της ΣΤ' Δημοτικού, παρά μόνο αν το θεωρούσε ακατάλληλο. Το αυτό ισχύει και ως προς την απόφαση διατήρησης ή απομάκρυνσης της κυρίας Θάλειας Δραγώνα από το πόστο της. Τα κοιβούλια γι' αυτό αναδεικνύονται: Για να κρίνουν το κατάλληλο και το ακατάλληλο.

    Κλείνοντας: Όπως συμβαίνει με κάθε θέμα (με επιφύλαξη τα ατομικά δικαιώματα), ο πολίτης μπορεί να εκφέρει άποψη δεσμευτική: να κρίνει τα προτεινόμενα βιβλία της ιστορίας και να επιλέγει αν αυτά θα είναι εθνικού ή υπερεθνικού περιεχομένου. Και όντως οι πολίτες το πράττουν αυτό με υπεύθυνο τρόπο στις εκλογές. Αυτή είναι η έννοια μιας αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

    lamogio 18

    Υ.Γ. Από καθαρά επιστημονική σκοπιά, έχω την εικόνα ότι οι απόψεις που εκφράζει η κυρία Δραγώνα ανταποκρίνονται αρκετά καλά στην ιστορική πραγματικότητα. Κατά τη γνώμη μου όποιος θελήσει να τις αφουγκραστεί θα έχει πραγματοποιήσει ένα σημαντικό βήμα προς την τόσο πολύτιμη ιστορική αυτογνωσία και πατριδογνωσία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. @ Aggelos:Συμφωνoύμε απόλυτα νομίζω-η μόνη μου διευκρίνιση αφορούσε απλώς την πλήρη ελευθεροστομία. Το πως η εκάστοτε άποψη -έστω και καταφανώς ακραία, ατεκμηρίωτη ή συνθηματολογική- αξιολογείται είναι άλλο ζήτημα. Και πράγματι η διεξαγωγή διαλόγου με αυτούς τους όρους αποτελεί, όπως αναφέρεις κι εσύ, ενδημικό φαινόμενο του δημόσιου βίου, αν και νομίζω ότι δεν καλλιεργείται τόσο στα πανεπιστήμια(εκεί μάλλον συντηρείται αυτάρεσκα) όσο από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. @...Δικηγόρος του Διαβόλου
    1)Προφανώς και είναι. Αντιγράφω απ' το κείμενο: "Κάποιος εύλογα θα αντιτάξει πως κόμματα και διάφορες ομάδες έχουν τόσο δικαίωμα όσο και ρόλο από τη φύση τους να ασκούν πιέσεις προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, τις οποίες τα ίδια αξιολογούν ως πρωταρχικής σημασίας για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Είναι, όμως, εξίσου δικαίωμα, και πολύ περισσότερο υποχρέωση κάθε δημοκρατικής πολιτείας που σέβεται τη φυσιογνωμία της ως τέτοιας να προασπίζεται όχι μόνο τις επιλογές της απέναντι σε τέτοιου είδους επιθέσεις, αλλά και το δικαίωμα κάθε ακαδημαϊκού να εκφράζεται ελεύθερα και χωρίς να επικρέμαται της κεφαλής του η λαιμητόμος της λογοκρισίας, με όποια μέσα κι αν αυτή επιβάλλεται τελικώς."
    2)Επίσης συμφωνώ, αλλά δεν βλέπω να έχει τεθεί το ζήτημα σε διαβούλευση. Η Δραγώνα ούτε βιβλίο που διδάσκεται στα σχολεία έχει γράψει, ούτε έχει προλάβει ως Γ.Γ. του Υπ. Παιδείας να λάβει συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις. Το αν το σύγγραμμα της εντάσσεται-δεν το ξέρω, το εικάζω- στη διδακτέα ύλη διαφόρων πανεπιστημιακά μαθήματα κοινωνιολογίας, πολιτικής επιστήμης ή θεωρίας της εκπαίδευσης φαντάζομαι να συμφωνείς ότι επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των διδασκόντων.
    3)Couldn't agree more.

    Συμφωνώ και επί του συμπεράσματος, αλλά θεωρώ ότι πιάνεις το θέμα από οπτική εξ αρχής κάπως απομακρυσμένη. Η απομάκρυνση ή μη της Θ. Δραγώνα είναι το δέντρο μπροστά στο δάσος, που είναι η στρεβλή πρόσληψη της ιστορίας στη χώρα μας. Ίσως να μπορώ να δεχθώ τη θέση για το Βιβλίο της ΣΤ' Δημοτικού. Θέλω να πιστέυω, βέβαια, ότι προέχουν άλλα κριτήρια στο νου των ψηφοφόρων πριν το "συνωστιμό", ενώ ξεχνάς ότι το περιεχόμενο των βιβλίων δεν κρίνεται ούτε απ' το λαό ούτε απ' την Ακαδημία Αθηνών, αλλά από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Ειδάλλως, ας καταργήσουμε όλους τους αρμόδιους φορείς και τις ανεξάρτητες αρχές για κάθε τομέα κι ας πούμε ότι όλα κρίνονται στην κάλπη. Πρόκειται για το ίδιο παρελκυστικό επιχείρημα που τέθηκε και στη συζήτηση περί της εκλογής του ΠτΔ (εκεί σωστά βέβαια θα μου πεις ότι δεν έχουμε αρμόδιο φορέα, άλλο θέμα αυτό),ότι ο χειρισμός του ΠΑΣΟΚ θα κρινόταν στην κάλπη. Μα ο πολίτης καλείται να σταθμίσει σε κάθε εκλογική αναμέτρηση μια σειρά από παράγοντες που ευελπιστεί ότι θα βελτιώσουν το μελλον τόσο του ίδιου όσο και της χώρας του. Αν είναι κάθε φορά να τον επιφορτίζουμε με επιλογές γύρω από μια σειρά ζητημάτων πολιτειακής υφής και τοποθετήσεις κρατικών αξιωματούχων-με ήσσονες εν προκειμένω εξουσίες- τότε με ποιον ακριβώς τρόπο θα κατορθώσει να αξιολογήσει τις επιλογές του για την οικονομία, τη δημόσια διοίκηση, το περιβάλλον, την παιδεία; Δεν μπορούν να περικλείονται όλα σε μια ανά τετραετία μονολεκτική επιλογή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Το θέμα όμως εδώ είναι ακόμα πιο σύνθετο από το βιβλίο της ΣΤ' Δημοτικού. Η κ. Δραγώνα δεν διώκεται για κάποια απόφασή της, αλλά για απόψεις που έχει εκθέσει κατά το παρελθόν και μάλιστα στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής της δραστηριότητας. Άρα δεν βλέπω για ποιο ακριβώς ζήτημα θα πρέπει να τοποθετηθεί η Βουλή. Και πάλι απ' το κείμενο, "Ένα κόμμα μπορεί να ζητάει την απόλυση μιας κρατικής λειτουργού για τα πιστεύω της. Το ίδιο κόμμα ίσως θα ήθελε μάλιστα αυτά τα πιστεύω να επισύρουν και ποινικές κυρώσεις. Εφόσον κατά την πολιτική του αξιολόγηση αυτά συνιστούν λόγο αποπομπής από το δημόσιο μηχανισμό, γιατί όχι και έγκλημα άξιο ποινικού κολασμού; Κι αν σήμερα είναι αυτές οι απόψεις, αύριο θα μπορούσαν να είναι κάποιες άλλες, μεθαύριο κάποιες άλλες και ούτω καθεξής, στενεύοντας έτσι υπέρμετρα το πεδίο της ελεύθερης κατά τα λοιπά έκφρασής μας. Σε όλα αυτά έχουμε υποχρέωση να πούμε όχι. Και πριν από εμάς η συντεταγμένη πολιτεία και οι αρμόδιοι φορείς." Υπολαμβάνεις ότι υπάρχει μια απόφαση ή έστω μια τάση να διδάσκονται οι απόψεις της Θ. Δραγώνα στα σχολεία. Καμία τέτοια απόφαση! Αν αυτό τεθεί σε διαβούλευση είναι κάτι άλλο και αφορά όπως λέω το πραγματικό περιεχόμενο των θέσεων αυτών, με τις οποίες προσωπικά είμαι κατά μείζονα λόγο σύμφωνος. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα, η αποπομπή της ζητείται επειδή έχει γράψει όσα έχει γράψει κι όχι για κάτι που έκανε ευρισκόμενη σε κρατική θέση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Lamogio άσε την υπεράσπιση του διαβόλου γιατί αν γινόταν δίκη και προσκόμιζες τέτοια επιχειρήματα θα την έχανες σου το ορκίζομαι (το λέω κυρίως για το 2)! Προσοχή: δεν λέω ότι τα πιστεύεις και φυσικά πως θα έχανες δίκη...
    Στο ζουμί τώρα: τα πράγματα είναι πολύ απλά. Ορισμένοι άνθρωποι που παρεμπιπτόντως δεν έχουν ιδέα από ιστορία, αρνούνται τον ίδιο τον ρόλο της επιστήμης. Αρνούνται δηλαδή την αμφισβήτηση, γιατί ακόμα και αν όσα προπαγανδίζουν ήταν αλήθεια θα έπρεπε να ''υπερασπίζονται'' την αμφισβήτηση για να κάνουν τις απόψεις τους ακόμα πιο αληθείς. Τουναντίον θεωρούν πως κατέχουν το ΦΩΣ ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ και δεν σηκώνουν ούτε μύγα στο σπαθί τους. Ε λοιπόν, κάποια στιγμή πρέπει να καταλάβουμε πως με καραγκιόζηδες και ανύπαρκτους προκοπή δεν κάνουμε. Ας ασχοληθεί η σύγχρονη ελληνική ιστοριογραφία με το άνοιγμα των ιστορικών αρχείων και ας κλείσει τα αυτιά στις ακροδεξιές κορώνες (+τραγακηδες, κόκκινους πάνους).
    Ο ρόλος που πρέπει να έχει η ιστορία είναι μια άλλη συζήτηση. Έννοιες όμως όπως η ελευθερία της έκφρασης, η επιστήμη και η ακαδημαϊκή ελευθερία δεν επιδέχονται υπαγωγής στα πολιτικά γούστα του καθενός.

    Υ.Γ. Φαίνομαι ίσως πολύ απόλυτος. Γι' αυτό θέλω να τονίσω πως ο υπάρχει ο κίνδυνος άνθρωποι που πιστεύουν στον διάλογο να γίνουν από αντίδραση πιο δογματικοί και από τους πανταχόθεν προκατειλημμένους. Αυτό πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί αλλά δεν νομίζω πως πάσχουμε ακόμα..

    Υ.Γ.(2) Συγχαρητήρια για το άρθρο markar!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Πριν 10 μέρες είχα πάει σε ένα ρεμπετάδικο. Κάποια στιγμή, γύρω στις δύο, τα φώτα σβήνουν και μπαίνουν τα τσιφτετέλια. Στο μαγαζί ξαφνικά γίνεται το αδιαχώρητο. Ο κόσμος σηκώνεται, πολλοί ανεβαίνουν σε καρέκλες και τραπέζια, όλοι λικνίζονται στο ρυθμό της μουσικής. Η πατρίδα μας έχει κάτι που, για μένα, είναι μαγικό: τη συγχώνευση δυτικών και ανατολίτικων στοιχείων στον πολιτισμό της. Είναι βέβαιο ότι όλοι αυτοί που δαιμονίστηκαν μόλις ακούστηκε το «Άναψε το τσιγάρο, δώσ’ μου φωτιά» ανήκουν στο 90% που διέκειτο αρνητικά απέναντι στο βιβλίο της Ρεπούση. Είναι οι ίδιοι που είναι φανατικά αντιαμερικάνοι, παρόλο που έχουν υιοθετήσει πλήρως τον αμερικάνικο τρόπο ζωής. Σε όλα αυτά υπάρχει μια υποκρισία. Ίσως αυτή να είναι και μια από τις λειτουργίες της προπαγάνδας. Να σε κάνει να αγνοείς πλήρως τις ίδιες τις εμπειρικές σου παραστάσεις και να πιστεύεις κάτι το οποίο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με αυτές.
    Είμαστε λοιπόν μια χώρα που υποκρίνεται. Μιλάμε συνέχεια για τους ένδοξους προγόνους μας, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, το Σωκράτη, κανείς μας όμως δεν έχει ιδέα τι στην ευχή λέγανε αυτοί οι άνθρωποι. Και όταν κάποιος από το εξωτερικό έρχεται και μας λέει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος είχε ομοφυλοφιλικές τάσεις, σκυλιάζουμε γιατί δεν ανεχόμαστε να λοιδορείται με αυτό τον τρόπο μια τρανή φιγούρα της ιστορίας μας, κι ας είναι πασίγνωστο ότι στην αρχαία Ελλάδα η ομοφυλοφιλία έδινε κι έπαιρνε. Βρίζουμε τους Τούρκους την ίδια ώρα που πίνουμε ρακή, τρώμε ντολμαδάκια, απολαμβάνουμε έναν μπακλαβά, χορεύουμε τσιφτετέλια (πολλές φορές τούρκικης προέλευσης) και χρησιμοποιούμε τούρκικης προέλευσης λέξεις . Βρίζουμε τους Αμερικάνους την ίδια στιγμή που παρακολουθούμε μανιωδώς όλες τις αμερικάνικες τηλεοπτικές σειρές, τις αμερικάνικες ταινίες, ακούμε με μανία αμερικάνικη μουσική και κυρίως καταναλώνουμε ασύστολα όπως ακριβώς κάνουν κι αυτοί.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Αν και συμφωνώ με όλα αυτά, δε συντάσσομαι με την άποψη ότι η ιστορία είναι απλώς και μόνο ένα επιστημονικό αντικείμενο το οποίο πρέπει να το αφήσουμε στους ειδικούς. Επειδή από μικρός υπήρξα εραστής της ιστορίας, μπορώ να γνωρίζω ότι η μελέτη της ιστορίας δεν έχει κανένα νόημα αν δεν οδηγεί στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για το παρόν. Και πάντα λέω πως δεν είναι δυνατόν κάποιος να έχει συγκροτημένη πολιτική άποψη χωρίς να ξέρει ιστορία. Δεν μπορούμε λοιπόν να αξιώσουμε από όλους τους πολίτες να είναι ειδικοί για να έχουν άποψη επί ιστορικών θεμάτων. Και δεν μπορούμε να τους αποκλείσουμε από αυτόν τον διάλογο επειδή δεν είναι επαΐοντες. Δεν είναι το ίδιο πράγμα ιστορία και φυσική. Η ιστορία, πέρα από την απλή εξιστόρηση, έχει και ερμηνεία. Παράδειγμα: η κυρία Δραγώνα πιθανόν να θεωρεί αρνητικές τις οθωμανικές επιρροές στο νεοελληνικό έθνος. Εγώ όμως, τις θεωρώ θετικές και δε θα ήθελα να παύσουν να υφίστανται. Ο καθένας δίνει σε αυτό που έχει συμβεί τη δική του ερμηνεία και αυτό από μόνο του αναιρεί τον αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα της ιστορίας. Άλλο παράδειγμα: η κυρία Δραγώνα και εγώ συμφωνούμε ότι τα έθνη είναι τεχνητά κατασκευάσματα. Για μένα, όμως, αυτό δε λέει τίποτα, γιατί ακόμα και αν είναι τεχνητά, σήμερα πλέον υπάρχουν και εγώ δε βλέπω κανένα λόγο να παύσουν να υφίστανται γιατί θεωρώ την εθνική συνείδηση ραχοκοκαλιά του δημοκρατικού τρόπου οργάνωσης μιας κοινωνίας. Συμπέρασμα: η ιστορία μιας χώρας μπορεί και πρέπει να είναι αντικείμενο δημόσιου διαλόγου, από το πανεπιστήμιο μέχρι το καφενείο.
    Για μένα πρέπει να είναι αυτονόητη η δυνατότητα οποιουδήποτε, μέσα στα νόμιμα πλαίσια, να έχει άποψη για το ποιοι τοποθετούνται σε δημόσιες θέσεις. Οπότε από αυτή την άποψη δε με ενοχλεί η διαμαρτυρία των ακροδεξιών στοιχείων. Είναι καθήκον των δημοκρατικών δυνάμεων μιας χώρας να υπερασπιστούν την κυρία Δραγώνα, όπως γενικά είναι καθήκον τους να προασπίσουν την ελευθερία του λόγου. Την ελευθερία του λόγου όχι μόνο όσων λένε αρεστά πράγματα αλλά και όσων λένε δυσάρεστα για τα αφτιά μας πράγματα. Γιατί η ελευθερία έχει νόημα για αυτόν που λέει πράγματα που ενοχλούν όχι για αυτόν που λέει πράγματα αυτονόητα και τετριμμένα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Αγαπητοί geist και markar,

    Εξακολουθώ να μην πείθομαι από τα επιχειρήματά σας και παραμένω πιο κοντά στις απόψεις του Δώρου. Για το λόγο αυτό, προεκτείνω λιγάκι το σκεπτικό του (1), προσθέτοντας και μερικά δικά μου στοιχεία (2+3+4):

    1) Να αφήσουμε λοιπόν την ιστορία στους επαΐοντες. Σε ποιούς απ' όλους όμως; Σε αυτούς που με επιστημονικό τρόπο υποστηρίζουν ότι η συνθήκη των Σεβρών ήταν ένα πολιτικό σφάλμα ή σε αυτούς που (επίσης επιστημονικά) την αποτιμούν ως την μεγαλύτερη διπλωματική επιτυχία της νεότερης Ελλάδος; Η σημασία της τελικής εκτίμησης είναι προφανώς κεφαλαιώδης, ιδίως για την διάπλαση όσων δεν θα ασχοληθούν ποτέ ξανά με την ιστορία αλλά θα μείνουν με τις προσλαμβάνουσες του Λυκείου. Πώς να το κάνουμε: Άλλο πράγμα να μείνει το 85% των Ελλήνων με την εντύπωση ότι στις Σέβρες επιτύχαμε και άλλο να θεωρεί ότι η Ελλάδα των 5 θαλασσών ήταν φενάκη. Το αυτό ισχύει και ως προς άλλα στασιαζόμενα ζητήματα (βλ. Καποδίστριας, Βασιλιάς, Εμφύλιος, Οκτωβριανή Επανάσταση, Πολυτεχνείο, κλπ). Η ιστορία δεν είναι καθαρή επιστήμη, δεν παραθέτει απλώς γεγονότα αλλά συνάγει και συμπεράσματα (γι' αυτό είναι και τόσο συναρπαστική). Το αν μεταξύ δύο ισοσθενών και επιστημονικά υποστηρίξιμων συμπερασμάτων θα προτιμηθεί προς διδασκαλία το μεν ή το δε, ποιός θα το κρίνει; Σημειωτέον ότι η αλήθεια δεν βρίκεται πάντα στη μέση, αλλά μπορεί να βρίσκεται και στο ένα άκρο.

    2)"η λαιμητόμος της λογοκρισίας", η οποία μάλιστα "μπορεί να επιβάλλεται με ορισμένα μέσα" --> Είδες που δε συμφωνούμε και τόσο πολύ Γιώργο! Εγώ δεν βλέπω λογοκρισία σε μία πορεία διμαρτυρίας, ούτε στον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Αλλοίμονό μας άλλωστε, αν περιμένουμε να σφάλει κάποιος "ευρισκόμενος σε κρατική θέση", για να επικρίνουμε την τοποθέτησή του. Αν ήταν έτσι τότε κακώς έγινε πορεία κατά της τοποθέτησης Μαρκογιαννάκη. Επίσης, υποθετικά, κακώς θα επικρίναμε την τοποθέτηση του Μπουμπούκου στην υποθετική ειδική γραμματεία "προστασίας μεταναστών". Η κριτική δεν είναι λογοκρισία. Κανείς δεν ζήτησε την παραίτηση της κυρίας Δραγώνα από το πανεπιστημιακό της αξίωμα. Αυτό θα ήταν Ηλία μου, παραβίαση της ακαδημαϊκής ελευθερίας (υπό τον όρο ότι θα πραγματοποιούνταν).

    3) Γιώργο, στο θέμα του ΠτΔ τέθηκε ζήτημα ερμηνείας του συντάγματος. Απεναντίας, εδώ δεν μιλάμε για αντοσυνταγματικότητα. Αν η Βουλή μπορεί να διαμορφώνει τη σύνθεση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και αν μπορεί να του απονέμει και να του αφαιρεί αρμοδιότητες, να το ιδρύει ή να το καταργεί δια νόμου, μπορεί κατά μείζονα λόγο να το υποκαθιστά (πάλι δια νόμου), εάν το κρίνει σκόπιμο. Από νομικής πλευράς δεν τίθεται ζήτημα. Τον τελικό λόγο έχει η Βουλή, γιατί αυτή λογοδοτεί και υπέχει ευθύνη. Όποιου η ευθύνη αυτού και η εξουσία. Αν ο λαός αναδείξει πρώτο κόμμα το ΛΑΟΣ, τούτο σημαίνει ότι επιθυμεί μια διαφορετικού είδους εκπαίδευση και άρα αυτήν θα έχει. Μοναδικό νομικό ανάχωμα θα είναι σε αυτήν την περίπτωση το Σύνταγμα (εάν προβλέπει κάτι σχετικό) και οι δικαστές. Όχι το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.

    (συνεχίζεται...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. 4) Τέλος, έχω την εικόνα ότι υποπίπτεις εκ νέου σε μία σύγχυση (και εδώ έχω τις μεγαλύτερες αντιρρήσεις μαζί σου). Αναφέρεις χαρακτηριστικά: "Ένα κόμμα μπορεί να ζητάει την απόλυση μιας κρατικής λειτουργού για τα πιστεύω της. Το ίδιο κόμμα ίσως θα ήθελε μάλιστα αυτά τα πιστεύω να επισύρουν και ποινικές κυρώσεις. Εφόσον κατά την πολιτική του αξιολόγηση αυτά συνιστούν λόγο αποπομπής από το δημόσιο μηχανισμό, γιατί όχι και έγκλημα άξιο ποινικού κολασμού;". Γιατί μπερδεύεις την ποινική κύρωση ενός ιδιώτη με την πολιτική αξιολόγηση ενός κρατικού λειτουργού; Είναι το ίδιο; Ο τελευταίος μπορεί να ανάγει το προσωπικό και υποκειμενικά προσδιοριζόμενο "θέλω του" σε ένα αντικειμενικά καταγραφέν και νομικά διαπιστούμενο "πρέπει" που δεσμεύει όλους εμάς (Ι. Δρόσος). Με άλλα λόγια, μπορεί να ενεργεί διοικητικές εκτελεστές πράξεις, με ευρεία ευχέρεια ως προς το περιεχόμενό τους! Για το λόγο αυτό, το "θέλω" των ειδικών γραμματέων , που αποτυπώνει στην πραγματικότητα το "πιστεύω" τους ελέγχεται. Όχι ποινικά ασφαλώς αλλά πολιτικά. Με συγχωρείτε, βρε παιδιά, αλλά οι Υπουργοί πώς τοποθετούνται; Με βάση τα πιστεύω τους δεν τοποθετούνται;; Το ίδιο το Σύνταγμα δεν λέει ότι ο Πρωθυπουργός διορίζει και παύει τα μέλη της Κυβέρνησης;; Του Συντάγματος μη διακρίνοντος, εσείς με ποιό κριτήριο θαρρείτε ότι ασκεί αυτή του την αρμοδιότητα ο εκάστοτε πρωθυπουργός, αν όχι με βάση τα πιστεύω των προσώπων αυτών;; Φροντίζει, δε, ώστε τα πιστεύω τους, τα οποία σύντομα θα γίνουν κρατικές επιταγές, να συναρμόζονται με το περιεχόμενο της εντολής που έχει δώσει ο λαός. Θα πούμε και για τους Υπουργούς ότι κακώς ελέγχονται τα πιστεύω τους; Μόνο οι κατώτερες θέσεις της διοίκησης, που η διακριτική ευχέρεια των φορέων τους δεν είναι μεγάλη, τους απαλλάσσει από τον έλεγχο των απόψεών τους, και μάλιστα συνταγματικά.

    Με άλλα λόγια, λέω ότι το ζήτημα της τοποθέτησης ή μη της Θάλειας Δραγώνα δεν είναι άσπρο-μαύρο. Πάνω απ' όλα δεν είναι νομικό αλλά πολιτικό. Συμφωνώ απόλυτα με το μήνυμα που θέλει να περάσει ο Γιώργος με το κείμενό του και γενικότερα ενστερνίζομαι το αποτέλεσμα της σκέψης του. Ωστόσο, εκδηλώνοντας την ταύτισή μου δεν εκφράζω νομική αλλά πολιτική κρίση. Ας μην επιχειρούμε διαρκώς νομικοποίηση της πολιτικής, για να αναγάγουμε σε δεσμευτικούς μονόδρομους ορισμένες επιλογές. Στο ζήτημα της εκλογής του ΠτΔ είχαμε ορισμένα περιθώρια να το κάνουμε. Εδώ δεν υπάρχει κανένα....

    lamogio 18

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. Α και ξέχασα! καλή χρονιά! και καταπράσινη, αλλά όχι για τους ίδιους λόγους με το 2009!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. Θα απαντήσω ακολουθώντας την δομή της σκέψης σου Lamogio προς διευκόλυνση συγκρίσεων.

    1. Δεν υποστήριξα πως η ιστορία πρέπει να αφεθεί στους επαΐοντες αποκλειστικά. Ο καθένας δικαιούται να έχει λόγο. Κι αυτό διότι επικράτησε η αντίληψη των σοφιστών (μάλλον) ως προς την έννοια της πολιτικής και κατ'επέκταση των πολιτικών ζητημάτων και όχι του Σωκράτη. Τι έλεγαν οι πρώτοι; Ότι η πολιτική δεν είναι προνόμιο κανενός και όλοι πρέπει να έχουν λόγο στη διαμόρφωση της. Τι απαντούσε ο 2ος; Πως είναι χαζό να εκλέγουμε τους ''άρχοντες'' με κλήρο, ενώ δεν εκλέγουμε και τον αυλητή ή τον κτίστη. Αυτό που υποστηρίζω λοιπόν είναι η ''επιστημονικότητα'' της Ιστορίας. Το γεγονός πως όσοι ασχολούνται συστηματικά και διεξοδικά με την Ιστορία ακολουθώντας ευρύτερα αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους (άνοιγμα πρωτότυπων αρχείων, συλλογή μαρτυριών κλπ) πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο. Και αυτό καθόλου δεν αντιφάσκει με τις οριακές καταστάσεις που περιγράφεις (βλ. Συνθήκη των Σεβρών). Η επιστήμη χαρακτηρίζεται από την αρχή του fabilism (διαψευσιμότητα κατά K.Popper) χωρίς να αναιρείται ο μέγιστος βαθμός βεβαιότητας που παρέχει. Αντιθέτως έκθετο είναι ό,τι δεν μπορεί να διαψευσθεί, αυτό είναι μια ιδεοληψία. Αν εσύ μου ζητάς να ομολογήσω πως η ιστορία είναι γεμάτη ιδεοληψίες, θα το κάνω (χωρίς έτσι βέβαια να καταρρίπτεται η επιστημονικότητα της). Αν όμως μου ζητάς να αφήσω την ιστορία ''στα χέρια'' των απανταχού ιδεοληπτικών, ε τότε να με συγχωρέσεις... Στις οριακές περιπτώσεις απλά βάζεις σε μάχη τις αντικρουόμενες επιστημονικές απόψεις και όποιος κέρδισε κέρδισε. Το τι θα διδάσκεται στα σχολεία λύνεται με 2 τρόπους: Πρώτον και καλύτερα με την κατάργηση ως αντιεπιστημονικού του ενός συγγράμματος και την παράλληλη παροχή δυνατοτήτων για έρευνα του κάθε μαθητή (ναι και όμως ! αυτό γίνεται στην πολιτισμένη Ευρώπη) ώστε να προσεγγισθούν στα πλαίσια της διδασκαλίας όλες οι απόψεις και δεύτερον (πιο μπακάλικα) με την αναφορά των αντιρρήσεων σε κάθε ζήτημα ώστε το παιδί να αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει μία αλήθεια, να μάθει να αποστρέφεται την κατήχηση. Η Ιστοριογραφία διαθέτει λοιπόν πολλά στοιχεία ώστε να καταταγεί στις επιστήμες. Το ότι υπάρχει ευρεία κοινωνική προϊδέαση για τα ζητήματα που θίγει δεν σημαίνει τίποτα. Το ίδιο ισχύει και στο Δίκαιο και όμως δεν αφήνουμε την εξέλιξη του στους ανίδεους.

    2. Μια ένσταση: αυτοί που κάνουν τις διαδηλώσεις και ασκούν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο εν προκειμένω είναι οι ίδιοι που ζητούν την παραίτηση της. Συνεπώς βάλλουν κατά της ακαδημαϊκής ελευθερίας.

    3 & 4: Σωστά. Πρέπει όμως να γίνουν σεβαστές και οι συνταγματικές δεσμεύσεις από την υδροκέφαλη εκτελεστική εξουσία. Δηλαδή η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας που κατοχυρώνονται στο άρθρο 16 παρ. 1 εδ. β'.

    Στο 2ο επίπεδο επιχειρηματολογίας συμφωνώ λοιπόν αντίθετα με το 1ο. Πρόκειται για ζητήματα πολιτικής, άρα για καθορισμό προτεραιοτήτων από τους κυβερνώντες και έλεγχο για αυτές από τους λοιπούς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. Αααααααα καλή χρονιά και από εμένα guys!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. Κάτσε lamogio, γιατί το χάσαμε. Δεν είχα δει τη φράση "Κατά τούτο θεωρώ ατυχή την αξιολογική σύγκριση του πρόσφατου συλλαλητηρίου για το βιβλίο, με το δημοψήφισμα για τους μιναρέδες.". Μα δεν επικαλούμαι νομική αξιολογική ομοιότητα, προφανώς και όχι. Το ζήτημα προφανώς δεν είναι άλλωστε νομικό, μην παρασύρεσαι από τη φράση "ενός οργάνου κατά νόμο αναρμόδιου". Είναι πρωτίστως πολιτικό και γι' αυτό κι επισημαίνω έναν τρόπο σκέψης που πρέπει, κατά την εκτίμησή μου, να διέπει την άσκηση της πολιτικής σε αυτές τις περιπτώσεις. Φέρνω ως παράδειγμα το ζητήματα των μιναρέδων για να πω ακριβώς ότι δεν μπορούν όλα να είναι ζητήματα που τίθενται στην κρίση των πολιτών, καλώς πάλι κατά τη γνώμη μου, διότι σε τέτοια περίπτωση κανένα δικαίωμα δεν θα έπρεπε να θεωρείται κεκτημένο και διασφαλισμένο. Σε παραπέμπω μάλιστα και σε ένα πρόσφατο ενδιαφέρον επί του θέματος άρθρο του Κ. Μποτόπουλου, http://www.ppol.gr/cm/index.php?Datain=5672. Δεν είναι με άλλα λόγια τα πάντα αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε μια δημοκρατία, χαρακτηριστικό που αποτελεί και μια από τις βασικές της διαφορές σε σύγκριση με τα αυταρχικά καθεστώτα. Εν ολίγοις, αν το ΠΑΣΟΚ αποπέμψει τελικώς τη Δραγώνα, κανείς δεν θα μπορεί να του πει τίποτα σε επίπεδο τήρησης των νόμων. Σαφώς, όμως, η πράξη του θα έχει υπαγορευθεί από μια δημοψηφισματική λογική που αγνοεί κατάφωρα de facto υφιστάμενες δομές και θεσμούς. Νοοτροπίες προσπαθώ να στηλιτεύσω, όχι διατάξεις.

    Κατά τα άλλα, πολύ σωστά σου απαντάει ο geist στον ισχυρισμό σου πως η διαδήλωση δεν είναι λογοκρισία-και πράγματι δεν είναι. Η διαδήλωση, ωστόσο είναι σαφέστατα μέσο πίεσης προς την επιβολή λογοκρισίας! Οι διαδηλούντες έχουν ουσιαστικά ως βασικό τους αίτημα να ασκηθεί μια κρατική λογοκρισία! Στο κείμενο διακρίνω ακριβώς μεταξύ της δυνατότητας ενός κόμματος να ωθήσει τα πράγματα προς μία κατεύθυνση -έστω κι αν δεν συμφωνώ με αυτήν, ούτε με τη νοοτροπία που η τελευταία υποκρύπτει- και μεταξύ της δέουσας απάντησης της πολιτείας σε τέτοιου είδους ζητήματα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  20. Και συγγνώμη αν είμαι προκατειλημμένος αλλά δεν θεωρώ ανάλογες περιπτώσεις αυτές της τοποθέτησης της Θ. Δράγωνα και του Αδ. Γεωργιάδη σε γραμματειακές θέσεις υπουργείων. Πρώτος λόγος, ότι οι απόψεις της Δραγώνα, όπως αηδιαστικά πολλές φορές έχω επαναλάβει, είναι επιστημονικές, αντλώνται από την ακαδημαϊκή της πορεία και το συγγραφικό της έργο και τελούν σε αδιάσπαστη συνάφεια με αυτές. Εδώ συγχέεις τις δύο διαστάσεις του κειμένου, την πολιτική και την επιστημονική. Και ο δεύτερος αφορά τις απόψεις του Αδ. Γεωργιάδη, οι οποίες, αν λόγου χάριν αναλάμβανε κάποια Γραμματεία σχετικά με τους μετανάστες, δεν θεωρώ ότι μπορούν να εκληφθούν ως αρμόζουσες -και εννοώ π.χ. την απέλαση του συνόλου τους των λαθρομεταναστών- σε μια δημοκρατική πολιτεία που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν νομίζω ότι τίθεται τέτοιο ζήτημα με τις απόψεις της κ. Δραγώνα. Παρά ταύτα, ούτε σε αυτή την περίπτωση θα επικροτούσα τις διαδηλώσεις, πριν τουλάχιστον βλέπαμε τη λήψη κάποιων ενδεικτικών αποφάσεων.
    Όσο για το ότι δεν ζητήθηκε η παραίτηση της Θ. Δραγώνα από το καθηγητικό της αξίωμα δεν είμαι σίγουρος. Ακόμα, όμως, κι αν είναι έτσι έχουν υπάρξει τέτοιες περιπτώσεις με την κατάθεση επερωτήσεων και στη Βουλή από βουλευτές του ΛΑΟΣ(ενδεικτικά αναφέρω τους καθηγητές Ηρακλειδή και Κόκκινο). Εδώ υπήρξε παρέμβαση βουλευτή σε σχολείο στις Σέρρες για τον τρόπο που δίδασκε την άνοδο του φασισμού η δασκάλα στους μαθητές!

    Και σωστά λες ότι το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο υπάγεται στο Υπ. Παιδείας. Γιατί τότε στην περίπτωση του βιβλίου της ΣΤ' Δημοτικού δεν εξεδόθη ένας νόμος που να αφαιρούσε από το Ινστιτούτο της σχετικές αρμοδιότητες περί αξιολόγησης διδακτικών εγχειριδίων μετακυλίοντάς τις στο ίδιο το Υπουργείο, αλλά το βιβλίο απεσύρθη "στεγνά" με πρωτοφανή παράκαμψη έως τότε νομιζόμενων ως κεκτημένων δομών; Μήπως θα φαινόταν τούτο υπέρμετρα ανελεύθερο στη μικρή μας πολιτεία; Αλλά ξέχασα, η κοινή γνώμη...

    Με ρωτάς γιατί μπερδεύω την ποινική κύρωση ενός ιδιώτη με την πολιτική αξιολόγηση ενός κρατικού λειτουργού. Ξέρεις καλύτερα από εμένα θεωρώ πόσο δυσδιάκριτα είναι τα όρια μεταξύ των δύο. Ο πανεπιστημιακός είναι ιδιώτης όταν διδάσκει ή κρατικός λειτουργός; Κι αν είναι περισσότερο λειτουργός τότε γιατί οι απόψεις του να μην συνιστούν λόγο αποπομπής; Κι αν συνιστούν λόγο αποπομπής τότε γιατί λες ότι κανείς δεν ζήτησε την αποπομπή της κ .Δραγώνα από το πανεπιστημιακό της αξίωμα ως έπαινο; Μόλις απέδειξες ότι θα έπρεπε να ζητείται η αποπομπή της και από αυτό νομίζω. Εξάλλου, η απόλυση, ως μορφή διοικητικής κύρωσης, εμπεριέχει απαξία. Αυτό που αναρωτιέμαι στο κείμενο είναι ποιος και τι εμποδίζει αυτό το βαθμό απαξίας να επεκταθεί στο μέλλον τόσο, ώστε να αγγίξει τα όρια του ποινικού κολασμού, που εμπεριέχει απλώς μια μείζονος σημασίας απαξία; Και τι επίσης εμποδίζει τους φορείς τους να τον επεκτείνουν και σε άλλες μη αρεστές απόψεις; Εκεί πάει το «που ανοίγουμε την πόρτα μας». Στη συνέχεια του σκεπτικού σου ξεχνάς και πάλι το βασικό παράγοντα που διακρίνει την περίπτωση, την ιδιότητα της εν λόγω ως επιστήμονα. Εν συνόλω συμφωνώ ότι οποιαδήποτε απάντηση δοθεί τελικώς στο θέμα θα είναι πολιτική. Και προσωπικά περιμένω η απάντηση αυτή να αποθεώνει την ακαδημαϊκή ελευθερία και τη διασφάλιση θεσμικών κεκτημένων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  21. Προχωρούμε τώρα στο ζήτημα της πρόσληψης της ιστορίας. Κατ' αρχάς κρατώ την ιδιαίτερα επιυχημένη φράση του Ηλία ότι "κάποιοι έχουν τον πρώτο λόγο". Δεν σημαίνει ότι οι υπόλοιποι δεν έχουν λόγο, απλώς ορισμένων έχει μεγαλύτερη βαρύτητα. Ειδάλλως για τι είδους επιστήμη θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο; Συν τοις άλλοις, ο Popper έχει ακριβώς συγγράψει έργο για την "ένδεια του ιστορικοσμού", της αντίληψης δηλαδή πως από τη μελέτη της ιστορίας μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα με νομοτελειακό χαρακτήρα για το μέλλον. Αυτό όμως καθόλου δεν μειώνει την "επιστημόνικότητά" της, μέσα από τις δυνατότητες συστηματικής επισκόπησης του παρελθόντος και διεξοδικής κατανόησης του παρόντος που προσφέρει. Αντιγράφω από το διάλογο με το Δώρο στο fb:

    "Ο διάλογος που αναφέρεται στο κείμενο δίνει πάλι ενδιαφέρουσες απαντήσεις:
    Χριστίνα Αγριαντώνη:"...Δεν υπήρχε καν η υποψία ότι η Νεότερη Ιστορία είναι επιστημονικό αντικείμενο. Πάνω εκεί όμως που πήγαμε να κατακτήσουμε αυτό το ζητούμενο και, ενώ η ίδια η ιστοριογραφία αποδεχόταν ότι ο ιστορικός βλέπει το παρελθόν με τα μάτια της εποχής του, αρχίσαμε να διολισθαίνουμε προς την άποψη ότι η Ιστορία δεν έχει επιστημονικό υπόβαθρο και άρα ο καθένας μπορεί να την ερμηνεύει όπως θέλει."
    Λένα Διβάνη:" Πιστεύετε ότι το «ολίσθημα» που αναφέρετε, κυρία Αγριαντώνη, οφείλεται στο
    ότι έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό ότι δεν υπάρχει η λεγόμενη «αντικειμενική αλήθεια»; Νομίζω ότι για τον κόσμο, και για τους μαθητές/φοιτητές πολύ περισσότερο, είναι συγκλονιστικό γεγονός η αποδοχή της μη ύπαρξης αντικειμενικής αλήθειας."

    Απ' τη μια πράγματι οι επιστήμες -εσχάτως και οι θετικές, πόσο μάλλον οι κοινωνικές- είναι αύμβατες με την έννοια της απόλυτης αλήθειας. Από την άλλη η πλήρης σχετικοποίηση οδηγεί νομοτελειακά στην απόρριψη του χαρακτηρισμού ενός αντικειμενου ως επιστημονικού: αφού γι' αυτό μπορούν να έχουν λόγο ισοσθενή όλοι, τότε τι τους διακρίνει από αυτούς που καταπιάνονται επισταμένα με αυτό;

    Η επιφύλαξή μου όσον αφορά το σχήμα που προτείνεις, δηλαδή η ιδεολογία ως ερμηνευτικό πλαίσιο της ιστορίας είναι ότι μπορεί να αντιστραφεί εύκολα με τη μετατροπή της ιστορίας σε εργαλείο εξυπηρέτησης πολιτικών σκοπιμοτήτων.

    Το αν ο Ελληνικός Εμφύλιος εκκινεί απ' την επίθεση στο Λιτόχωρο ή από τις συγκρούσεις μεταξύ των αντάρτικων ομάδων είναι πράγματι ζήτημα εκτίμησης και ανοιχτό σε απόψεις. Τα γεγονότα, όμως, π.χ. το ποιος ξεκίνησε την επίθεση το'43 ή το '46 είναι κάτι αντικειμενικό και ως εκ τούτου ερευνητέο. Συν τοις άλλοις, τα γεγονότα της Επανάστασης είναι συμβάντα-έστω κι αν δεν μπορεί να μην γνωρίζουμε πλήρως το περιεχόμενό τους ή να παραμένουν σκιές συνέβησαν με έναν και μοναδικό τρόπο. Το πώς κανείς τα αξιολογεί ή τα χαρακτηρίζει είναι όντως άλλης τάξεως ζήτημα. Άρα συμφωνώ κι εγώ στο ότι η πολιτική τοποθέτηση καυευθύνει εν πολλοίς και την εκάστοτε πρόσληψη των ιστορικών γεγονότων. Απλώς κρίνω ότι η θεώρηση αυτή θα πρέπει να παραμένει αδιάφορη για τους ιστορικούς επιστήμονες.

    Και συμπληρώνω με μια φράση του William Faulkner, "Facts and truth really don’t have much to do with each other". Η εξαγωγή διαφορετικών συμπερασμάτων από τα ίδια γεγονότα είναι ίδιον των κοινωνικών επιστήμων, ίσως περισσότερο από όλες τις άλλες της ιστορίας. Αυτή η διάσταση μεταξύ απόψεων με ιστορικά τεκμήρια δεν μπορεί παρά να αποτελεί χαρακτηριστικό της προαγωγής του ακαδημαϊκού λόγου. Η παρασιώπηση, όμως, συγκεκριμένων "επώδυνων" εθνικά γεγονότων, η επίκληση μύθων και η αναφορά σε ερμηνευτικά σχήματα που έχουν πολλάκις καταρριφθεί από την επιστήμη απλώς και μόνο επειδή μπορούν να αποτελούν "κοινή πεποίθηση" είναι που βάζει τα ποσοστά απ' το παράθυρο κι ανοίγει την πόρτα σε ανεπιθύμητες σκιές του παρελθόντος.

    Υγ. Καλή χρονιά κι ό,τι επιθυμείτε όλοι κι ευχαριστώ geist για τα θετικά σου σχόλια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  22. Δεν θα επανέλθω στο διάλογο. Τις θέσεις μου τις έχω ήδη διατυπώσει με όσο πιο καθαρό τρόπο μπορούσα, οπότε δεν έχει νόημα να επαναληφθώ. Λέω τούτο μόνο για να κλείσω συνοψίζοντας την άποψή μου.

    Είμαι της άποψής ότι σχεδόν τα πάντα τίθενται και πρέπει να τίθενται στην κρίση της πλειοψηφίας (με τις γνωστές επιφυλάξεις π.χ. ατομικά δικαιώματα).

    Εάν το ΛΑΟΣ ήταν στην εξουσία "ορθώς" θα αποπεμπόταν η θάλεια Δραγώνα αφού αυτό θα ήταν το αίτημα της πλειοψηφίας που επιθυμεί ιστορία με εθνοκεντρικό προσανατολισμό. Πώς να το κάνουμε: Δεν μπορεί να ψηφίζεις ΛΑΟΣ και να βγάζεις Δραγώνα, επειδή δήθεν "δεν μπορούν να είναι όλα ζητήματα που τίθενται στην κρίση των πολιτών" ή επειδή "δεν είναι όλα αντικείμενο διαπραγμάτευσης". Ε, λοιπόν, σχεδόν όλα είναι αντικειμενο διαπραγμάτευσης και τίθενται στην κρίση των πολιτών. Γι' αυτό έχει αυξημένο νόημα η ψήφος μας. Γι' αυτό μιλάμε για κυβερνήτες και όχι για απλούς διεκπεραιωτές πάγιων "δομών και θεσμών".

    Υ.Γ. Με εκπλήσσεις πάντως που επιμένεις ότι η άρνηση παραχώρησης κυβερνητικής θέσης σε ένα πρόσωπο, λόγω των απόψεων του, εγκυμονεί κινδύνους για μελλοντική επιβολή ποινικής κύρωσης...

    Υ.Γ. 2 --> Καλή χρονιά σε όλους και πολλά ευχαριστώ στον Μάκη για την αναμόρφωση του blog.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  23. Για να μιλήσω κι εγώ συνοπτικά, δεν είμαι της αντίληψης ότι οι εκλογές είναι η κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Πέρα από τα ατομικά δικαιώματα υφίστανται θεσμοί, των οποίων η νομότυπη κατάργηση από μία κυβέρνηση υπό το βάρος των εκάστοτε διαμορφούμενων πλειοφηφιών δεν αποτελεί δείγμα προσήλωσης στα δημοκρατικά ιδεώδη. Κανείς δεν μπορεί να την ψέξει νομικά ούτε όμως ο λαός είναι ο κυρίαρχος θεσμός. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισότερο.

    Όσον αφορά την αποπομπή της Θ. Δραγώνα σε περίπτωση ανόδου του ΛΑΟΣ στην εξουσία, νομίζω ότι σε τέτοια περίπτωση θα είχαμε αρκετά περισσότερα ζητήματα που θα άπτονταν των πολιτειακών μας ευαισθησιών, οπότε λίγο θα μας απασχολούσε το θέμα. Και προφανώς μια σειρά αξιών και κεκτημένων με κυβερνών κόμμα το ΛΑΟΣ θα ιεραρχούνταν τελείως διαφορετικά. Btw, υπενθυμίζω με την ίδια λογική πως ο λαός στις προηγούμενες εκλογές εξέλεξε και μάλιστα με ισχυρή εντολή το ΠΑΣΟΚ προκειμένου να εφαρμόσει το πρόγραμμά του, άρα το ζήτημα που θέτεις είναι εκ του μη όντος.

    Υ.Γ. Λόγω των επιστημονικών του απόψεων διορθώνω. Δεν μου απαντάς όμως, η στοχοποίηση πανεπιστημιακών με τους οποίους έχουν ασχοληθεί οι "εθνικώς ανησυχούντες" μας δεν εγκυμονεί άραγε κινδύνους; Ή πιστεύεις ότι αν η Δραγώνα έπαιρνε θέση σε κάποιο άλλο υπουργείο, π.χ. το Πολιτισμού, δεν θα υπήρχαν αντιδράσεις; Μην στενεύεις το ζήτημα, είναι πολύ ευρύτερο απ' όσο καλοπροαίρετα το θεωρείς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή