Σελίδες

11 Μαρτίου 2010

Απεμπολώντας την πολυτέλεια της σιωπής

Του Λεωνίδα Καραδήμου

Λένε πως αποπροσωποποιώντας γεγονότα και καταστάσεις, λογιζόμενός τα επαγωγικά και εξάγοντας αφηρημένα συμπεράσματα μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει τις καταστάσεις της ζωής με περισσότερη σοφία. Επ'αυτού δεν είμαι βέβαιος -σε κάθε περίπτωση, εκείνο που αποκτά κανείς είναι περισσότερη ψυχραιμία.

Ψυχραιμία απαραίτητη σε μια χώρα με πράγματι δυσλειτουργικούς θεσμούς και γενικευμένη ασυδοσία. Η οποία, σε συνδυασμό με την επικράτηση της αμετροεπούς ηθικολογίας, της γενικευμένης μικροαστικής καχυποψίας, της λαγνείας της κλειδαρότρυπας (ειδικά σε καιρούς κρίσης) θέτει σε κίνηση την ούτως ή άλλως παντοδύναμη σαρκοβόρο μηχανή της δαιμονοποίησης.

Ναι, ειδικά σε καιρούς κρίσης. Ακόμη και άνθρωποι σοβαροί, αξιόπιστοι, με ηθικές αντιστάσεις και κρίση είναι πλέον εύκολο να σοκαριστούν, να αποδομήσουν και να αναθεματίσουν -εντέλει να ποδηγετηθούν στο ανάθεμα- από ένα υπονοούμενο, μια φήμη, ένα δημοσίευμα.

Και μάλιστα εύκολα διαπιστώνει κανείς πως είναι ευάλωτοι ακόμη και όσον αφορά πρόσωπα που γνωρίζουν -δεν τολμώ να διανοηθώ το πώς αξιολογεί η πλειοψηφία ημών άγνωστα δημόσια πρόσωπα...

Προφανώς και ουδείς είναι σε θέση να υποκαταστήσει τα εκάστοτε αρμόδια διοκητικά ή δικαστικά όργανα και να αθωώσει κάποιον. Πολύ περισσότερο αδιανόητο εντούτοις ήταν και εξακολουθεί να είναι το να τα υποκαθιστά και να καταδικάζει. Στη βάση του -ανθρώπινου μεν, απάνθρωπα γενικευόμενου δέ- ''ακούγεται'', ''γράφτηκε'', κατηγορίες απαγγέλθηκαν''.

Το τεκμήριο της αθωότητας, για οποιονδήποτε υπεύθυνο άνθρωπο, οφείλει πιστεύω να μην περιορίζεται στη δικανική του έννοια. Αλλά να έχει και αντίκρισμα κοινωνικό: δεν είναι αποδιοπομπαίος τράγος οποιοσδήποτε εγκαλείται για κάτι, όσο κι αν αυτό ενδεχομένως βολεύει (είτε για την επικράτηση σε πάσης φύσεως αντιζηλίες, είτε για την απομυθοποίηση προσώπων που σαφώς ικανοποιεί μια ζωώδη, αρχέγονη επιθετική ενόρμηση).

Σε διαφορετική περίπτωση, μιλάμε για ένα δηλητήριο άκρως εθιστικό, για έναν κατήφορο δίχως τέρμα που μοιραία οδηγεί σε αποθέωση των δαιμονοποιών, μυθοποίηση των χλευαζόντων, μηδενιστικό παχυδερμισμό. Κάθε άλλο παρά τυχαίες μπορούν να θεωρούνται οι μαζικές προτιμήσεις του κοινού στη σάτιρα, τη σαπουνόπερα, την κρυφή κάμερα, το κουτσομπολιό (και τα έντυπα και ηλεκτρονικά τους αντίστοιχα είδη).


Δε μου αρέσει η ηθικολογία, ούτε και φέρνω στο τραπέζι οτιδήποτε το καινούργιο. Προφανώς επαναλαμβάνω απλώς πράγματα αυτονόητα, που όμως η πρακτική εμπειρία δείχνει πως είναι καλό να (ξανα)λέγονται. Γιατί ειδικά σε περιόδους συλλογικής δυσφορίας, όλο και πιο πολύ τείνουμε να μετατρεπόμαστε από κοινό/κοινωνία σε όχλο.

Το ευκολότερο μοιάζει όντως να κουνάμε επικριτικά το δάχτυλο. Κάθε φορά που επιλέγουμε να το πράξουμε, ωστόσο, είναι καλό να το συνειδητοποιούμε και να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας. Ή, τουλάχιστον, να είμαστε βέβαιοι πως όντως το επιλέγουμε και δεν το υπέδειξε ο οποιοσδήποτε μαέστρος (συνεπικουρούμενος ενδεχομένως από καλοθελητές), απλώνοντας πρώτα το δηλητήριο περισσότερο ή λιγότερο μεθοδικά και διοχετεύοντάς το, περισσότερο ή λιγότερο έντεχνα, προς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ας συνειδητοποιήσουμε επιτέλους πως το κίτρινο είναι μπανάλ και το ροζ ντεμοντέ -αλλιώς θα βρεθούμε σύντομα σε περιστάσεις που απαιτούν το μαύρο...

Σε τελική ανάλυση, ακόμη και αυτή η ''μόδα'' στο χέρι μας είναι. Ας την αφήσουμε στο ράφι.

1 σχόλιο:

  1. Θέλουμε ονοματα.

    Θέλουμε να μάθουμε ποιοι , συγκεκριμένα, με όνομα και επώνυμο, είναι αυτοί που μας έκρυβαν ότι το έλλειμμά μας είχε φτάσει στο 13%.

    Θέλουμε να μάθουμε ποιοι τα πήραν από τη Ζήμενς. Θέλουμε να μάθουμε γιατί η πλειοψηφία του ΔΣ του ΟΤΕ ζημιωσε με 54 εκατομμυρια ευρω τον Οργανισμό, δίνοντας υπερτιμημένες αμοιβές στη Ζημενς για υπηρεσιες τεχνικης υποστηριξης, οι οποιες δε δικαιολογουνταν απο κανενα παραστατικο. Είναι απλό.

    Στη χώρα της απέραντης σκανδαλολογιας δεν υπαρχει κανεις που πηγαινει φυλακη. Ποτε. Τι να κανουμε, μπορει να πανε και ατομα που συμπαθουμε αλλα αν ζημιωσαν το Δημοσιο, δηλαδη το λαο, τοτε αυτο ειναι που τους αξιζει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή