Του Παναγιώτη Τσιάλα
Λίγο μετά τα μέσα του Δεκεμβρίου του 2010, συζητήθηκε και ψηφίστηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για την επιτάχυνση και τον εξορθολογισμό της διοικητικής δίκης (ήδη ν.3900/2010). Μία από τις σημαντικές του διατάξεις, το άρθρο 12, ορίζει ότι είναι απαράδεκτη –με ορισμένες εξαιρέσεις- η άσκηση αναίρεσης στο ΣτΕ, εάν το τελευταίο έχει διαμορφώσει πάγια απορριπτική νομολογία επί του κρινόμενου αιτήματος. Με αφορμή αυτή τη νέα διάταξη, ο βουλευτής του ΛΑΟΣ Α. Γεωργιάδης εκφώνησε τον εξής λόγο κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια:
«Έρχομαι τώρα στο προκείμενο. Χαίρομαι ιδιαιτέρως που είναι παρόντες στην Αίθουσα οι αξιότιμοι κύριοι σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας. Πριν από περίπου δύο χρόνια, όταν σε αυτήν την Αίθουσα είχαμε συζητήσει την τότε απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας να μπλοκάρει τη γιγαντιαία επένδυση της διπλής αναπλάσεως –αναφέρομαι στο γήπεδο του Βοτανικού- είχα δηλώσει από το ιερόν αυτόν (sic)* Βήμα και μετά το είχα αποδείξει και με άρθρο μου στην εφημερίδα «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ», ότι αν υπήρχε το Συμβούλιο της Επικρατείας στην αρχαιότητα, δεν θα είχε κτιστεί καθόλου η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας.
...τους αξιοτίμους κυρίους συμβούλους ότι πηγαίνοντας σε μία εκδήλωση δύο ημέρες μετά και αφού είχα λοιδορηθεί δημοσίως, ένας ανώτατος πολιτειακός παράγων εκείνης της εποχής, εκείνης της κυβερνήσεως με πλησίασε, επειδή εγώ είχα πει ότι συγκυβερνούν με το Σ.τ.Ε. και μου είπε: ‘Εάν συγκυβερνούσαμε, Άδωνι, καλά θα ήταν. Το δυστύχημα είναι ότι κυβερνάει μόνο του το ΣτΕ’.
» Θέλω, λοιπόν, να καλωσορίσω το ΣτΕ σήμερα εδώ, λυπούμαι που δεν έχει το δικαίωμα του λόγου, πολύ θα ήθελα να τους ακούσω, φαντάζομαι ότι τους ανήκουν έδρανα μπροστά**, μια και στην ουσία είναι οι ουσιαστικοί κυβερνήτες της χώρας. Εσείς κυβερνάτε. Δεν κυβερνά το Κοινοβούλιο. Το Κοινοβούλιο παριστάνει ότι κυβερνά. Στην πραγματικότητα κυβερνά το ΣτΕ.
» Η συγκεκριμένη δε νομοθετική πρωτοβουλία, κύριε Υπουργέ, είναι και η πρώτη επίσημη νομοθεσία των πραγματικών κυβερνητών της χώρας, του Συμβουλίου της Επικρατείας. Γιατί; Το λέω εγώ νομίζετε; Όχι. Το λέει το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής επί του άρθρου 12».
[…στο σημείο αυτό ο βουλευτής του ΛΑΟΣ διαβάζει με ύφος την επίμαχη διάταξη του άρθρου 12 και την έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου…]
«Και το απευθύνω και στους κυρίους Συμβούλους της Επικρατείας, παρ’ όλο που κακώς, δεν έχουν το δικαίωμα του λόγου, αν και θα το δικαιούντο (sic)**, ως κυβερνήτες…»
[…συνεχίζει με τον ίδιο τρόπο την ανάγνωση της έκθεσης, η οποία διαπιστώνει πως με τη νέα ρύθμιση οι αποφάσεις του ΣτΕ αποκτούν περιωπή οιονεί πηγής δικαίου…]
«Συγχαρητήρια! Εγώ έχω υποστηρίξει πολλές φορές ότι ο διακαής πόθος ορισμένων Συμβούλων της Επικρατείας είναι αυτός όπως, παραδείγματος χάριν, πρόσφατα με την ανεκδιήγητη απόφαση να ταλαιπωρήσουν ένα μεγάλο Έλληνα επιχειρηματία κάτω εκεί στο Costa Navarino, με μία επένδυση μετά από έντεκα χρόνια κ.λπ.»
Οι τέσσερις εκπρόσωποι του ΣτΕ στο κοινοβούλιο. |
1) Το να εκφράζεται ένας βουλευτής, ο οποίος δεν είναι νομικός, με τέτοια βεβαιότητα, επί σκληρά νομικών ζητημάτων, είναι κάτι ασύνηθες, με δεδομένο το φυσιολογικό κίνδυνο να εκτεθεί σε χονδροειδώς εσφαλμένα συμπεράσματα (γι’ αυτό και σε ανάλογες περιπτώσεις συνηθίζεται στην πράξη να σπεύδει ο βουλευτής να δηλώσει σεμνά ήδη από το ξεκίνημα της αγόρευσής του ότι δεν είναι επαΐων). Επί του νομικού, λοιπόν, ζητήματος: α) η διάταξη του άρθρου 12 μνημονεύει και σημαντικές περιπτώσεις, στις οποίες χωρεί κατ’ εξαίρεση άσκηση αναίρεσης, β) η υπόθεση έχει ούτως ή άλλως κριθεί σε πρώτο βαθμό, αν όχι και στον δεύτερο, επομένως είναι μάλλον υπερβολή να μιλάμε για νομολογία αναγόμενη σε πηγή δικαίου (έστω και αν πλησιάζουμε προς το σύστημα των δικαστικών προηγουμένων), γ) υπάρχουν πολλά άλλα κράτη, τα οποία εφαρμόζουν επιτυχώς παρόμοιο φίλτρο διαλογής των υποθέσεων που θα φτάνουν ως 0το Ανώτατο Δικαστήριο, δ) μόνον όταν ο δικαστής ακυρώνει νόμο ως αντισυνταγματικό, μπορούμε να πούμε ότι όντως θέτει δίκαιο – σε κάθε άλλη περίπτωση, κατά την οποία το ΣτΕ ερμηνεύει παγίως με ορισμένο τρόπο μία διάταξη, υπάρχει ούτως ή άλλως η δυνατότητα στο νομοθέτη, να άρει την ερμηνευτική αμφιβολία ψηφίζοντας σχετικό ερμηνευτικό νόμο (αυθεντική ερμηνεία νόμου), ε) ακόμα και αν οι υποθέσεις έφταναν στο ΣτΕ με αναίρεση, εφόσον το Δικαστήριο υποτίθεται ότι έχει πάγια αντίθετη νομολογία, ούτως ή άλλως θα απέρριπτε σχεδόν στα σίγουρα το αίτημα. Αυτά επί του νομικού ζητήματος. Ο κύριος Γεωργιάδης ασφαλώς και δικαιολογείται να μην γνωρίζει εντυπωσιακά νομικά, για τούτο όμως και οφείλει να εκφράζεται περισσότερο συγκρατημένα, όταν αναφύονται εξειδικευμένα νομικά-τεχνικά θέματα.
2) Είναι τουλάχιστον ανάρμοστο να φιλοξενείς τέσσερις «αξιοτίμους» Συμβούλους της Επικρατείας στο Μέγαρο του Κοινοβουλίου και να απευθύνεσαι προς αυτούς σε αυτόν τον επιτιμητικό τόνο και με το συγκεκριμένο ειρωνικό ύφος. Δυσκολεύομαι να έρθω στη θέση ενός βουλευτή που στρέφεται προς τον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τον δακτυλοδείχνει, επιτιμώντας τον κάπως έτσι: «καλωσόρισες κυβερνήτη μας – εμπρός κάθισε στο θρόνο σου και κυβέρνησέ μας». Οι διατυπώσεις αυτές δεν είναι μόνο κούφιες και υπερφίαλες. Είναι πρωτίστως αγενείς. Αν ετύγχανα προεδρεύων κατ’ εκείνον το χρόνο (έτυχε να προεδρεύει ο λαλίστατος κατά τα άλλα κ. Β. Πολύδωρας) θα είχα παρέμβει, απευθύνοντας σύσταση στο βουλευτή, πολύ περισσότερο που οι Σύμβουλοι δεν είχαν δικαίωμα (αντι)λόγου, για να απαντήσουν.
3) Όταν σχεδιάζεται μια μεταρρύθμιση για την επιτάχυνση την διοικητικής δίκης, ιδίως προς την κατεύθυνση της απαλλαγής του ΣτΕ από τον υπερβολικό φόρτο υποθέσεων, είναι κάτι παραπάνω από εύλογο να ζητηθεί σε προπαρασκευαστικό στάδιο από τους δικαστές του Συμβουλίου, να καταθέσουν τις απόψεις τους επί του θέματος. Τι το λογικότερο; Επίσης αναμενόμενο είναι να τεθεί πρόεδρος της προπαρασκευαστικής Επιτροπής, είτε κάποιος καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, είτε κάποιος Σύμβουλος της Επικρατείας. Ποιόν περίμενε δηλαδή ο κύριος Γεωργιάδης για επικεφαλής της Επιτροπής; Υποθέτω όχι τον προϊστάμενο κάποιας Γενικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ούτε –ελπίζω- τον αρμόδιο Τομεάρχη του ΛΑΟΣ για θέματα Δικαιοσύνης. Στο κάτω-κάτω της γραφής δεν αντιλαμβάνομαι τη δηλητηριώδη μομφή προς τους Συμβούλους ότι τάχα «τα κατάφεραν επιτέλους να κυβερνήσουν». Οι άνθρωποι αυτοί κατήρτισαν απλώς ένα προσχέδιο και εν συνεχεία ο αρμόδιος και υπεύθυνος Υπουργός της Κυβέρνησης επέλεξε να το υιοθετήσει και να το αναβαθμίσει σε νομοθετική πρωτοβουλία. Γιατί πρέπει και για τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της Κυβερνήσεως να φταίνε ορισμένοι δικαστικοί που διαμόρφωσαν το περιεχόμενό τους; Δεν τους έφτανε, δηλαδή, όλη η άλλη κριτική, θα πρέπει τώρα να τους ασκείται ΚΑΙ κοινοβουλευτικός έλεγχος για τα νομοσχέδια της Κυβέρνησης;
4) Έρχομαι στο τελευταίο θέμα, στο οποίο θέλω να σταθώ λίγο παραπάνω, διότι με έχει απασχολήσει και στο παρελθόν και θα εξακολουθήσει σίγουρα να με απασχολεί και στο μέλλον, στο μέτρο που ταλανίζει αδιάκοπα το δημόσιο βίο της χώρας μας. Καταμαρτυρεί, λοιπόν, ο κύριος Γεωργιάδης στο Δικαστήριο ότι είναι κάτι σαν αδηφάγο αρπακτικό που επιδιώκει να επιβληθεί της επίσημης νομοθετικής εξουσίας, υφαρπάζοντας αλλότριες εξουσίες. Και τούτο, διότι ετόλμησε να «μπλοκάρει», πριν από δύο χρόνια, τη διπλή ανάπλαση στον Ελαιώνα, σχέδιο που είχε συναποφασιστεί τότε από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ). Επιπλέον, το ίδιο δικαστήριο δεν δίστασε να «ταλαιπωρήσει» τον επιχειρηματία/επενδυτή κύριο Β. Κωνσταντακόπουλο, πριν τον αφήσει να στήσει ένα αμφισβητούμενης (τότε) νομιμότητας ξενοδοχειακό υπέρ-συγκρότημα στην αμάλαγη περιοχή της Πύλου. Τις ίδιες περίπου κατηγορίες είχε προσάψει στους Δικαστές και ο Ι. Πρετεντέρης σε παλαιότερο άρθρο του στο Βήμα, με τη διαφορά ότι εκείνος υπαινισσόταν επιπλέον ότι οι «αδέκαστοι» δικαστές του ΣτΕ «τα έπιασαν» κιόλας («συνεδριάζοντας σε σκοτεινές αίθουσες»), για να ματαιώσουν τη διπλή ανάπλαση. Πάντως, οι ανωτέρω θέσεις του δημοσιογράφου κονιορτοποιήθηκαν μέσα σε λίγες ημέρες από τα καίρια επιχειρήματα ενός ιδιαίτερα οξυδερκούς αναλυτή.
Τα ερωτήματα που γεννώνται, λοιπόν, αφορούν δύο σπουδαίες θεματικές ενότητες και τις σχετικές απαντήσεις τις έχουν δώσει άλλοι πολύ πριν από εμένα. Εγώ απλώς κάνω μια υπενθύμιση:
Ερωτάται: Αν ένας νόμος ψηφίστηκε και από το ΠΑΣΟΚ και από τη ΝΔ (και από όλα ακόμα τα κόμματα), σημαίνει αυτό ότι δεν πρέπει να ελεγχθεί δικαστικά για το αν συμφωνεί με το Σύνταγμα; Ποιο είναι εν τέλει το έργο του δικαστή; Είναι ή δεν είναι να ελέγχει τη νομιμότητα διοικητικών πράξεων και τη συνταγματικότητα του νομοθετικού έργου της Βουλής; Πού εδράζεται αυτή η μείζων παρανόηση ότι ο δικαστής είναι τάχα ένας μικρός υπολογιστής τσέπης που απλώς αθροίζει τα επιμέρους σύνολα συγκλινουσών και αποκλινουσών απόψεων στη Βουλή, επικυρώνοντας τις πρώτες, εάν υπερέχουν ποσοτικά των δεύτερων;
Κατά δεύτερον, πού θεμελιώνεται αυτή η ανεκδιήγητη αμετροέπεια ότι δήθεν ο δικαστής δεν είναι νομιμοποιημένο όργανο; Δηλαδή τη δικαστική εξουσία δεν την προβλέπει το Σύνταγμα; Δεν απονέμονται πολιτειακές εξουσίες και στους προσωπικά και λειτουργικά ανεξάρτητους δικαστές; Ή μήπως τελικά η (ανατεθειμένη από το Σύνταγμα στους δικαστές) δοκιμασία του ελέγχου συνταγματικότητας ξεπερνιέται μονομιάς, αρκεί να έχει αποδεχτεί το νόμο η συντριπτική πλειοψηφία (οιονεί παμψηφία) της Βουλής;
Και ως προς αυτά, δεν χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να απαντήσει. Ενδεχομένως θα αρκούσε ένα ελαφρύ ξεσκόνισμα του Montesquieu…
*Στα πρακτικά της Βουλής εμφανίζονται διορθωμένες οι γραμματικές αμαρτίες του αρχαιόφιλου φιλόλογου κύριου Γεωργιάδη.
** Περιέργως, η φράση αυτή παραλείφθηκε από τα πρακτικά της Βουλής (για τη γνήσια διατύπωση βλ. εδώ - χρονικό σημείο 18.00 - 21.25).
"Πάντως, οι ανωτέρω θέσεις του δημοσιογράφου κονιορτοποιήθηκαν μέσα σε λίγες ημέρες από τα καίρια επιχειρήματα ενός ιδιαίτερα οξυδερκούς αναλυτή."
ΑπάντησηΔιαγραφήΤον διέλυσε τον κύριο Πρετεντέρη!
Π.Π.
Το ρήμα στο πρωτότυπο ήταν "διαλύθηκαν" (ξέρεις εσύ γιατί), όμως κατά το πέρασμα στο blogger το έτρεψα σε κονιορτοποιήθηκαν. ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίος Παναγιώτη, μπράβο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμως αυτό στο τέλος με τον Τσακυράκη και τον Πρετεντέρη δεν έπρεπε να το βάλεις γιατί προδόθηκε η πηγή της επιχειρηματολογίας και της μεθόδου σου.
Αστειεύομαι ασφαλώς... Απλώς οι εν γένει ομοιότητες μεταξύ των δύο "αδειασμάτων" (Τσακυράκη και Τσιάλα σε Πρετεντέρη και Άδονι αντίστοιχα) είναι χαρακτηριστικές.
Ας μην τα μπερδεύουμε. Ο Τσακυράκης -σε αντίθεση με εμένα- ξέρει να κάνει καλό άδειασμα! Εγώ απλώς χαίρομαι που έχω τη δυνατότητα να φέρω στο φως ένα γεγονός λιγότερο γνωστό από τη διαμάχη για το Mall (υποθέτω ότι περισσότερος κόσμος διάβασε τον Πρετεντέρη στο Βήμα, παρά άκουσε την αγόρευση toy Γεωργιάδη στη Βουλή)
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ πάντως για το θετικό σχόλιο.
Παρεμπιπτόντως: όταν γράφτηκε το άρθρο αυτό ήμουν ακόμα α΄ εξάμηνο και ήταν η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με τις απόψεις του καθηγητή Σ. Τσακυράκη, πριν τον δω και από κοντά λίγες εβδομάδες αργότερα, όταν εξέταζε μια διπλωματική για τις κάμερες και τον ιδιωτικό βίο, μαζί με τους καθηγητές Ν. Αλιβιζάτο και Κ. Γιαννακόπουλο! Ασφαλώς σχημάτισα πολύ καλή εντύπωση!
"Αν ένας νόμος ψηφίστηκε και από το ΠΑΣΟΚ και από τη ΝΔ (και από όλα ακόμα τα κόμματα), σημαίνει αυτό ότι δεν πρέπει να ελεγχθεί δικαστικά για το αν συμφωνεί με το Σύνταγμα;"
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατ'αρχήν έχεις απόλυτο δίκιο. Ειδικά έτσι όπως μαθαίνουμε τα πράγματα εμείς στη νομική η απάντηση είναι κατηγορηματικά ότι εφόσον κάτι είναι αντισυνταγματικό δεν πρέπει να εφαρμοστεί. Εντούτοις, στην πράξη δεν είναι νομίζω τόσο απόλυτα τα πράγματα (αν και θα έπρεπε να είναι). Για παράδειγμα θεωρώ ότι -ειδικά για το βοτανικό- ίσως να είχε κάνει λίγο τα στραβά μάτια το ΣτΕ και να μην εφάρμοζε απαρέκκλιτα τη νομολογία του, σε περίπτωση που δεν είχε αντιδράσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ΣτΕ πρέπει να περιορίζεται στα νομικά ζητήματα και να μην επεκτείνεται στα θέματα πολιτικής φύσεως, σε αυτά δηλαδή που αποτελούν διακριτική ευχέρεια στο πλαίσιο του συντάγματος της βουλής και της κυβέρνησης. Το πρόβλημα είναι ότι αναλόγως της ερμηνείας του συντάγματος που θα γίνει από το ΣτΕ, μπορεί να μικρύνει πάρα πολύ αυτη η διακριτική ευχέρεια και πολλές φορές μπορεί στην ουσία να εξαφανίζεται. Όταν γίνεται αυτό, είναι αναμενόμενο να αντιδρούν οι άλλες εξουσίες, και δεν αντιδρά μόνο το ΛΑΟΣ, αλλά τουλάχιστον και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Όταν, λοιπόν, κινείται ερμηνευτικά σε αυτό το χώρο το ΣτΕ είναι αναπόφευκτο να επηρεάζονται οι συσχετισμοί των δικαστών του ανάλογα με τις απόψεις των κομμάτων. Δε λέω ότι πάντοτε επηρεάζονται αποφασιστικά, κάθε άλλο. Σε κάθε περίπτωση πάντως συμφωνώ ότι δε θα έπρεπε να επηρεάζονται και ότι θα έπρεπε να είναι όσο γίνεται ανεξάρτητοι, αλλά από την άλλη θα πρέπει να είναι επίσης πολύ προσεκτικοί όταν ερμηνεύουν με τέτοια ευρύτητα και τόσο υπερβολικά το σύνταγμα, ώστε να δεσμεύουν με αντίστοιχο τρόπο το νομοθέτη.
Τελικά ο Παρθενώνας θα είχε χτιστεί αν υπήρχε ΣτΕ στην Αρχαία Αθήνα;